Στη ζήση αυτή που τη μισούμε,
στη γης αυτή που μας μισεί,
κι όσο να πιούμε δε σε σβηούμε,
πόνε πικρέ και πόνε αψύ,
πού μας κρατάς και σε κρατούμε
σ αυτήν τη μαύρη γης και ζήση,
που περπατούσαμε τυφλά
κι άνθος για μας δεν είχε ανθίσει
κι ούτε σε δέντρον αψηλά
κρυμένο αηδόνι κελαηδήσει,
ήρθες Εσύ μιαν άγιαν ώρα,
όραμα θείο και ξαφνικό,
και γέμισε ήλιο, ανθόν, οπώρα,
κελαηδισμόν παθητικό
όλ η καρδιά μας, όλ η χώρα.
Αχ! τόσο λίγο να βαστάξει
τούτ η γιορτή κ ή Πασκαλιά!
Έφυγες κ έχουμε ρημάξει
ξανά και πάλι. Η Πασκαλιά
γιατ έτσι λίγο να βαστάξει!
στη γης αυτή που μας μισεί,
κι όσο να πιούμε δε σε σβηούμε,
πόνε πικρέ και πόνε αψύ,
πού μας κρατάς και σε κρατούμε
σ αυτήν τη μαύρη γης και ζήση,
που περπατούσαμε τυφλά
κι άνθος για μας δεν είχε ανθίσει
κι ούτε σε δέντρον αψηλά
κρυμένο αηδόνι κελαηδήσει,
ήρθες Εσύ μιαν άγιαν ώρα,
όραμα θείο και ξαφνικό,
και γέμισε ήλιο, ανθόν, οπώρα,
κελαηδισμόν παθητικό
όλ η καρδιά μας, όλ η χώρα.
Αχ! τόσο λίγο να βαστάξει
τούτ η γιορτή κ ή Πασκαλιά!
Έφυγες κ έχουμε ρημάξει
ξανά και πάλι. Η Πασκαλιά
γιατ έτσι λίγο να βαστάξει!