Εκεί που
είχαμε λιακάδα
άλλαξε ξάφνου ο καιρός
στα μάτια σου
σαν ξένα
περιβόλια που
δεν περνάς τα σύρματα
σαν άγνωστες οπώρες
στάζουν ακίνητη
βροχή
και καθηλώνεται
το μεσημέρι
τροχός που παύει
να γυρίζει.
Δεν επιστρέφουν
οι χαρές
δεν ανταποκρίνονται
οι μέρες
κάτι συνέβη
και μαράθηκαν
τα λόγια
κομμένα δροσερά
κρινάκια
σκορπίσανε
στο πρώτο φύσημα
μιας ανομβρίας.
Έρχονται
χάρτινα πουλιά
βουλιάζουνε στη θάλασσα
απορροφούνε όλο το γαλάζιο
της επιθυμίας.
Εδώ, μου λες,
δεν είναι τόπος
να πετάς
και χάνεσαι
στα κίτρινα σκοτάδια
μιας ρωγμής
που πέρασε ανάμεσά μας.
Απέναντι τώρα
στεκόμαστε.