Σε λίγο η αίθουσα ερημώθηκε, ησύχασε. Μόνο, πότε πότε, ακουγόταν πάνω στη σκηνή ένα ανεπαίσθητο σούρσιμο ανάμεσα στις κουρτίνες
Τάκης Κουφόπουλος
"Ο ηθοποιός"

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

Πτώχευση δεν λες τίποτα

 Εμείς που όπου νάναι εξηνταρίζουμε (αλλά πολύ διαφορετικά από τους εξηντάρηδες του προηγούμενου αιώνα), δυό βασικούς πυλώνες ξέραμε : Μια πανίσχυρη Δύση με τις ΗΠΑ και τον θριαμβευτικό και θαυματουργό  καπιταλισμό  στην ηγεσία της και εκείνο το «Σοβιετικό μπλοκ» που κατέρρευσε σε μια νύχτα μαζί με το τείχος του Βερολίνου. O Μτσισλάβ Ροστροπόβιτς, ενώ έπεφταν οι τίτλοι του τέλους,  πήρε το τσέλο του κι’ ένα σκαμπό, κάθισε πάνω στα ερείπια και προχώρησε σε ένα αυτοσχέδιο κονσέρτο, παίζοντας σαν ένας απλός μουσικός του δρόμου, τη Σουίτα για βιολοντσέλο του Μπαχ – αντάξιο και τρυφερό φινάλε μιας τραγωδίας (‘η «ιστορικής περιπέτειας» αν προτιμάτε)  που κράτησε 72 χρόνια. Τώρα που τα αντισώματα της «ελεύθερης οικονομίας» τρέχουν μήπως και προλάβουν να εφεύρουν κάποια φόρμουλα για να συμμαζευτούν τα, ασυμμάζευτα πια, τρις των δολαρίων  και των ευρώ που καταφέραμε να καταναλώσουμε, (ενώ δεν υπήρχαν καν), τις φούσκες μας δηλαδή - ποια σεμνή τελετή θα μπορέσει να εφεύρει για φινάλε όλη αυτή η υπερφίαλη κατάρευσή μας μπροστά στα ερείπια της Τροίας:
 «Σήκω βαριόμοιρη απ’ το στρώμα», έλεγε ο Σαπφώ Νοταρά (Χορός) στην Σμάρω Στεφανίδου (Εκάβη), στις «Τρωάδες» του Γιάννη Τσαρούχη στο οικόπεδο-θέατρο της οδού Καπλανών, στην Αθήνα. «Πάει η Τροία, έπεσε». Η Σμάρω, με το μαύρο ταγιέρ της μεταπολεμικής  Μαρουσιώτισσας χήρας, σερνότανε και βογκούσε μπροστά από τα ερείπια  μιας γκρεμισμένης πολυκατοικίας – αλλά τι να το κάνεις; Ο Χορός, η Σαπφώ, όλοι το ξέρανε πια – μόνο η βασίλισσα δεν άντεχε να το χωνέψει. «Πάει η Τροία, έπεσε». Έτσι αρχίζει η τραγωδία του Ευριπίδη, έτσι και η δική μας. Το σύμπαν όμως έχει φροντίσει αυτές τις τραγωδίες και τους κύκλους που κλείνουν με πολύ πόνο, να τις προικίζει με την αντίστοιχη δύναμη που θα χρειαστεί το κάθε ζώον-άνθρωπος σαν μονάδα αλλά και οι κοινωνίες για να το ξεπεράσουν γρήγορα, να φτάσουν στο φινάλε, να ξεκινήσουνε πάλι όλα από την αρχή ολόφρεσκα….

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

The children of Palestine


"We are the children of Palestine. We are living, sometimes we are not. We demand our rights. We have the right to play and have recreation. We have the right to education. It is good for man to go any place, we cannot. We have the right to express our thoughts. We are the makers of the new future. We have the right to protection. We have the right to live in peace. We have a right to clean environment. We have the right to healthcare and medications. By our talents and our skills...we can do miracles for our homeland."

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Εγώ τρελός δεν είμαι


Στο Λύκειο είχαμε ένα μαθηματικό, ο οποίος, όταν κάναμε καμιά πατάτα, μας έλεγε: «Ή εσύ είσαι τρελός, ή εγώ είμαι τρελός, αλλά εγώ τρελός δεν είμαι». Τον θυμήθηκα, όταν παρακολουθούσα τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών, και είπα «εγώ τρελός δεν είμαι».
Ας αρχίσουμε από την τριημερία της γελοιότητας 15-17 Ιουνίου. Τι είναι αυτά τα περί συναίνεσης που απαιτούν οι Ευρωπαίοι και εμείς αγωνιζόμαστε να ανταποκριθούμε στην απαίτηση τους; Εντάξει, οι σημερινοί ευρωπαίοι ηγέτες είναι ανιστόρητοι. Εδώ δεν μπορούν να συλλάβουν την ιστορία της Ευρώπης και τη ευρωπαϊκής ενοποίησης, την πολιτική ιστορία της Ελλάδας θα ξέρουν;
Δε βρέθηκε, όμως, κανένας δικός μας να τους εξηγήσει ότι από την εποχή του Εμφυλίου και μετά η ελληνική πολιτική ζωή κυριαρχείται από μετωπικές συγκρούσεις, και ότι αυτές δίνουν τον τόνο στην πολιτική κουλτούρα μας; Από τον «Ανένδοτο Αγώνα», στα Ιουλιανά, και από εκεί στις διαρκείς μετωπικές συγκρούσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ στη Μεταπολίτευση, η πολιτική ιστορία μας υπήρξε πάντα συγκρουσιακή. Από πού θα μας προέκυπτε ξαφνικά η συναίνεση;
Και τώρα έχω μπροστά μου το Μεσοπρόθεσμο και βλέπω με φρίκη ότι με τα μέτρα που επιβάλλει σπάει, κυριολεκτικά, της ραχοκοκκαλιά αυτής της μεσαίας τάξης, που είναι και το μόνο –μικρό ή μεγάλο– παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας μας. Ο πατήρ Παπανδρέου είχε κάνει σημαία του τους μικρομεσαίους, ο υιός Παπανδρέου τους τσακίζει, κατ’ απαίτηση της Ευρωζώνης. Πώς είναι δυνατό να ανασυνταχθεί αυτή η κοινωνία με μια ξεζουμισμένη μικρομεσαία τάξη; Με το Δημόσιο, τις ΔΕΚΟ ή το Ελληνικό;

Εγώ είμαι ο τρελός;
Από την άλλη, είδα τον Θόδωρο Πάγκαλο να ανεβαίνει στο βήμα της Βουλής και να μιλάει περί 1981 και εγκατάστασης της γνήσιας Δημοκρατίας. Κανείς δε σκέφτηκε να του πει: «Αφήστε τη Δημοκρατία, κ. Πάγκαλε. Εδώ και δέκα πέντε μήνες είχατε αναλάβει να ξεκαθαρίσετε τις ΔΕΚΟ. Τι κάνατε;» Κανείς δεν τον ρώτησε. Η ΝΔ ξαναγύρισε στην αίθουσα, για να παίξει το προσφιλές συγκρουσιακό παιχνίδι της.
Συμφωνούμε να περικοπούν οι μισθοί και οι συντάξεις, επιβάλλουμε φόρους και απανωτές αυξήσεις ΦΠΑ στους μικρομεσαίους, επειδή το ζητάει η Τρόικα. Αλλά το δικό μας κράτος είναι εκείνο που δεν μπορεί να εισπράξει τους φόρους, και να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή. Δέκα πέντε μήνες ακούω κούφιες απειλές για τους φοροφυγάδες και γι αυτούς που έβγαλαν τα λεφτά τους στις πέντε άκρες της Ευρώπης. Η μόνη που κινδυνεύει με φυλακή είναι η μαφία του ποδοσφαίρου. Οι μαφίες των φοροφυγάδων και του πελατειακού κράτους ζουν και βασιλεύουν.
Η δική μας ολιγωρία να ξεκαθαρίσουμε το Δημόσιο είναι το τσεκούρι που αποκεφαλίζει τώρα τους μικρομεσαίους. Και βλέπω ορισμένους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ να ξεσπαθώνουν λάβροι κατά του ξεπουλήματος της ΔΕΗ, του ΟΛΠ, του ΟΤΕ, αλλά να μην τους περισσεύει ούτε μια λέξη, γι αυτά τα δύσμοιρα μικρομεσαία στρώματα.

Ελα, όμως, που το σύστημα του κοινοβουλευτικού πατερναλισμού, το οποίο κυριάρχησε στη Μεταπολίτευση, με πρώτο διδάξαντα τον Ανδρέα Παπανδρέου, μας έχει τελειώσει. Πάνε οι 300 που μοίραζαν λεφτά, αυξήσεις και επιδόματα και φωτογραφίζονταν με τα κλαδικά τέκνα τους. Τώρα ζούμε με  ένα είδος «βιβλιάριον απόρων κορασίδων» της «άνασσας» Φρειδερίκης. Και όπως για να πάρεις το «βιβλιάριο» έπρεπε να είσαι «εθνικών φρονημάτων», έτσι και τώρα, για να το πάρεις, πρέπει να ψηφίσεις το Μεσοπρόθεσμο.
Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται ο κύριος Σαμαράς και η Νέα Δημοκρατία. Εγώ καταλαβαίνω την τακτική του κ. Σαμαρά. Ετσι κερδίζονται οι εκλογές στην Ελλάδα: με την απαξίωση της εκάστοτε κυβέρνησης από την αντιπολίτευση.
Μόνο που εδώ έχουμε μια διαφορά. Ενώ ο κ. Σαμαράς απαξιώνει την κυβέρνηση, οι ομοϊδεάτες του στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα απαξιώνουν την ίδια στιγμή τον κ. Σαμαρά.
Τι θα γίνει, αν αύριο η Νέα Δημοκρατία ως κυβέρνηση βρει όλες τις πόρτες κλειστές στην Ευρώπη; Τι θα κάνει τότε ο κ. Σαμαράς; Εχει εναλλακτικό σχέδιο, όταν θα έρθουν τα δύσκολα και δε θα μπορεί να παίζει τον ανένδοτο εκ του ασφαλούς; Ή δεν έχει, ή έχει και μας το κρύβει. Το ένα είναι χειρότερο από το άλλο.
Και αν είναι έτσι, τότε τι θα λύσουν οι εκλογές; Οι εκλογές αλλάζουν κυβερνήσεις, δεν αλλάζουν μυαλά.
Ποιος είναι εδώ, ο τρελός; Εγώ, πάντως, δεν είμαι.
Πέτρος Μάρκαρης

Οι εικόνες από τη συλλογή του Hans Prinzhorn

Ο Hans Prinzhorn (1886-1933), ιατρός και ιστορικός τέχνης παράλληλα, ο οποίος θεωρείται σήμερα πρωτοπόρος στη διατομεακή προσέγγιση των δύο αντικειμένων. Ο Prinzhorn, γοητευμένος από τις θεματικές αναζητήσεις της πολιτισμικής ανθρωπολογίας όπως η απαρχή  της καλλιτεχνικής ενόρμησης, θέλησε να προσεγγίσει τη «σχιζοφρενική αίσθηση της ύπαρξης» όπως αυτή αποτυπωνόταν στη σύγχρονή του εξπρεσιονιστική τέχνη. Ήλπιζε δε, να αποκτήσει άμεση γνώση για τα ερωτήματα αυτά μέσα από την καταβύθιση στα έργα των ασθενών του.
 Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο συγκέντρωσε έργα από διάφορες ψυχιατρικές κλινικές και δημιούργησε μία μοναδική συλλογή στην Χαϊδελβέργη. Στο εικονογραφημένο βιβλίο που εκδόθηκε το 1922, όχι μόνο αποτύπωσε τη συλλογή αλλά και την ερμήνευσε πλαισιώνοντάς την με μία κριτική εξέταση της κυρίαρχης κουλτούρας της εποχής.
Με τον τρόπο αυτό αποσυνέδεσε μια για πάντα τα έργα των ασθενών από τη διαγνωστική τους και συνέβαλε αποφασιστικά στην επαναθεώρηση των δημιουργικών αυτών φαινομένων με όρους ψυχολογικής ισοτιμίας, δίνοντας μάλιστα έμφαση στην εικαστική δεινότητα ορισμένων εξ’ αυτών.
 Η μείζων συμβολή του έγκειται στο ό,τι προσφέροντας στην παραγκωνισμένη, «τρελλή» τέχνη και στους δημιουργούς της μία θετική επανεκτίμηση, διευκόλυνε την αναγνώριση του ταλέντου των ψυχιατρικών ασθενών και την επανένταξη των ιδίων στην κοινωνία.
 

Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

The Books' Journal

The Books' Journal τχ 9,  Ιούλιος 2011
Το τεύχος είναι αφιερωμένο στον προσφάτως εκλιπόντα ισπανογάλλο συγγραφέα Χόρχε Σεμπρούν. Τον παλαιό κομμουνιστή, επιζήσαντα από το ναζιστικό στρατόπεδο του Μπούχενβαλντ συγγραφέα, ο οποίος μεταποίησε σε λογοτεχνία την ιστορική μνήμη, παρουσιάζουν και αναλύουν η Οντέτ Βαρών-Βασάρ, η Κατερίνα Σχινά και η Μαρία Τοπάλη – τρεις αναλύτριες που και οι τρεις έχουν, επί χρόνια, αναλωθεί στη συστηματική μελέτη του.
Μπορείτε ακόμα να διαβάσετε:
  • Την κριτική ανάλυση του γάλλου Συμβούλου της Επικρατείας Jean-Michel Belorgey στο βιβλίο του Michel Grodent, La Grèce existe-t-elle? (Η Ελλάδα υπάρχει;). Τι εντοπίζει ανάμεσα στις υπερβολές, ανάμεσα δηλαδή στο «ελληνικό θαύμα» και στη «μαρτυρική Ελλάδα»; Με άλλα λόγια, πώς είναι η πραγματική Ελλάδα;
  • Την οικονομία της πραγματικής Ελλάδας-σε-κρίση, και τις προοπτικές σωτηρίας της, περιγράφει σε συνέντευξή του στην Ελίνα Τζανουδάκη ο αμερικανός καθηγητής Διεθνούς Οικονομικής και στενός συνεργάτης που Πολ Κρούγκμαν, Μόρις Όμπσφελντ: «Η Ελλάδα δεν είναι ο ασθενής σε μια υγιή ΟΝΕ», αποφαίνεται. Τις θεσμικές ανεπάρκειες της ελληνικής οικονομίας, που οδήγησαν στην αποτυχία, περιγράφει ο Δημήτρης Σκάλκος. Εν όψει μιας κρίσης που βαθαίνει, όχι μόνο οικονομικής, αλλά και κοινωνικής και πολιτικής, αναδύεται η συζήτηση για την προοπτική μιας συνταγματικής μεταρρύθμισης: η Λαμπρινή Ρόρη παρουσιάζει τις προτάσεις του καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλου για μια «εναλλακτική θεσμική αρχιτεκτονική».
  • Πώς φτάσαμε ως εδώ; Ένα βιβλίο ιστορίας των θεσμών, Το σύνταγμα και οι εχθροί του στη νεοελληνική ιστορία, του καθηγητή Νίκου Αλιβιζάτου, γίνεται αφορμή περιδιάβασης στο σταυρόλεξο της νεοελληνικής περιπέτειας. Η Νίκη Μαρωνίτη και ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου φωτίζουν τη διαδρομή που οδήγησε στην πολλαπλή κρίση νομιμότητας που βιώνει σήμερα η ελληνική κοινωνία, στην Ελλάδα του Μνημονίου. Υπάρχει διέξοδος; Υπάρχει, λέει ο καθηγητής – κι είναι στο χέρι μας.
  • Ο Άρης Κωνσταντινίδης είναι ένας από τους πιο συζητημένους αρχιτέκτονες του νεοελληνικού μοντερνισμού. Ο δημιουργός των Ξενία, πραγματεύτηκε τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού τοπίου προτείνοντας να διδαχθούμε από χτίσματα φτωχικά και παράνομα. Ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης περιγράφει τη διαδρομή του, την ταυτότητα των επιλογών του και την απελπισία του.

Στο νέο τεύχος μπορείτε ακόμα να διαβάσετε κείμενα:
  • Για τον Ουμπέρτο Έκο και τις θεωρίες συνωμοσίας. Για τα βιβλία που μαθαίνουν στους γονείς ό,τι πρέπει να λένε στα παιδιά για το σεξ. Για τα πολλά πρόσωπα της Θεσσαλονίκης του 20ού αιώνα. Για το ΑΚΕΛ, το κομμουνιστικό κόμμα της Κύπρου, και τις πολιτικές επιλογές του μέχρι το σχέδιο Άναν. Για τον φιλόσοφο Καρλ Πόπερ. Για την Άλκη Ζέη. Για την παιδική λογοτεχνία και τον Ευγένιο Τριβιζά. Για τον Πουκβίλ και τον Αλή πασά. Η Άννα Δαμιανίδη περιγράφει ένα ταξίδι στην Τουρκία – την «ξανακερδισμένη πατρίδα». Κι ακόμα, σελίδες για τον Στρος-Καν, για την εκλογική νίκη στην Τουρκία του Ερντογάν, για την ποίηση, την κρίση και την Κική Δημουλά, για την Μπιενάλε της Βενετίας, για τον φοιτητικό συνδικαλισμό.
  • Στις σελίδες του διαλόγου, ο Βλάσης Αγτζίδης και ο Γιώργος Σιακαντάρης συζητούν αν οι σφαγές των Ποντίων μπορούν να χαρακτηριστούν γενοκτονία. Και ο Γιάννης Σεργόπουλος συζητά με τον Παναγιώτη Βογιατζή για το σταυρό στα δικαστήρια και τις ατομικές ελευθερίες.
Το τεύχος συμπληρώνεται με ποιήματα της Λένιας Ζαφειροπούλου και της Γιούλης Βολανάκη, με τη στήλη του πλεκτού, τη γελοιογραφική βινιέτα του Μιχάλη Κουντούρη, τη στήλη των Μικρών Αγγελιών. Το εξώφυλλο, ο Χόρχε Σεμπρούν με φόντο το στρατόπεδο του Μπούχενβαλντ, σχεδίασε ο βραβευμένος εικονογράφος του διεθνούς μπεστ σέλερ Logicomix, Αλέκος Παπαδάτος.

«Ο Αντώνης Σαμαράς αρνείται να διαβεβαιώσει την Ευρώπη ότι θα πολιτευτεί ως δύναμη συστημικής σταθερότητας αν η σημερινή κυβέρνηση καταρρεύσει, αρνείται να εγγυηθεί την πολιτική ομαλότητα. Παρά τις συστηματικές και συνεχείς αποδοκιμασίες από τα ευρωπαϊκά συγγενή στη Ν.Δ. κόμματα, ο έλληνας αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υιοθετώντας μάλιστα το επικοινωνιακά επιθετικό κουτσαβάκικο «στυλ Τσίπρα», επιλέγει μια στάση που οδηγεί την Ελλάδα πολύ πέρα από την οικονομική κατάρρευση: στην οικονομική και, κυρίως, στην πολιτική απομόνωση. Αλλά το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται σήμερα η χώρα είναι, στην ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματός της, να προστεθεί ο εθνοκεντρικός πολιτικός τυχοδιωκτισμός του Αντώνη Σαμαρά.» 
 Editorial

Η απάτη ως πολιτική

http://www.kalymniansvoice.gr/el/images/stories/articles/articles2011/gine_kai_esi_skilaki.jpg
Το ξέρω, δεν είναι το σημαντικότερο που σας απασχολεί αλλά είναι μέρος του βούρκου του λαϊκισμού που μας απειλεί. Αναφέρομαι στην διγλωσσία των πολιτικών μας. Άλλα λένε στο κόμμα (τους) και άλλα στην κοινωνία. Άλλα λένε στην Ελλάδα και άλλα λένε στην Ευρώπη. Άλλα λένε όταν είναι βουλευτές και άλλα όταν γίνουν υπουργοί. Άλλα λένε στο καφενείο της Βουλής και άλλα από το βήμα της. Άλλα λένε στους συνδικαλιστές (τους) και άλλα στους δημοσιογράφους. Άλλα λένε δημοσίως και άλλα μεταξύ τους.
Δεν εξελίσσουν τις απόψεις τους βεβαίως, ούτε έχουν ψυχολογικές μεταπτώσεις, απλώς κάθε φορά λένε αυτό που θέλουν να ακούσουν οι απέναντί τους. Αυτό που θα τους κάνει αρεστούς και δημοφιλείς. Τελευταίο παράδειγμα οι νέοι «ρυθμιστές» της οικονομίας. Ο Παντελής Οικονόμου, μέχρι «χθες» έλεγε ότι η μόνη λύση είναι «να καταγγείλουμε το Μνημόνιο». Έγινε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και κατέβασε από το site του και από το facebook, όλα τα πύρινα άρθρα του. Ο υπουργός του ο Ευάγγελος Βενιζέλος, τον Μάιο έλεγε στον Παπακωνσταντίνου ότι «βρισκόμαστε σε δημοσιονομική Κατοχή» και τώρα μετά από ένα σύντομο «σεμινάριο» στην Ευρώπη ανακοινώνει τους νέους φόρους της «Κατοχής».

Απογοητευτική είναι και η «απέναντι» εικόνα. Τον είδατε τον Αντώνη Σαμαρά να μιλάει μετά τη  Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος; Τι γλυκός συναινετικός πολιτικός: «Επανέλαβα ότι συμφωνούμε με τους στόχους», «Ζητάμε πολύ περισσότερα από όσα μπορεί να κάνει η σοσιαλιστική κυβέρνηση και σε αποκρατικοποιήσεις και στην αξιοποίηση περιουσίας», «κάποια άρθρα του εφαρμοστικού νομοσχεδίου θα τα ψηφίσουμε γιατί συμφωνούμε».  Ο εν αναμονή πρωθυπουργός των πύρινων αντιμνημονιακών λόγων δεν άλλαξε γνώμη απλώς άλλαξε (για λίγο) ακροατήριο.

Θα μου πείτε, έτσι δεν γινόταν πάντα; Και ο Παπανδρέου δεν κατέβηκε στο λιμάνι ως διαδηλωτής στην προσπάθεια του να γίνει Πρωθυπουργός; Ναι έτσι γινόταν πάντα. Μας χάιδευαν και τους χαϊδεύαμε. Μας κακομάθαιναν και τους κακομαθαίναμε. Μόνο που τώρα δεν είμαστε στους έρωτες είμαστε στα χωρίσματα.

του Σταύρου Θεοδωράκη

 

 

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Από τον Λευκό Πύργο

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Για την κατάργηση των κομμάτων


http://www.biblionet.gr/images/covers/b166549.jpg 
Weil, Simone 
Για την κατάργηση των κομμάτων 
μετάφραση Σωτήρης Γουνελάς 
Αρμός, 2011

Όταν υπάρχουν κόμματα σε μία χώρα, προκύπτει αργά ή γρήγορα μια τέτοια κατάσταση πραγμάτων, ώστε να είναι αδύνατο να παρέμβουμε αποτελεσματικά στα δημόσια δρώμενα χωρίς να ενταχθούμε σε κόμμα και να παίξουμε το παιχνίδι. Οποισδήποτε ενδιαφέρεται για τα κοινά, επιθυμεί να ενδιαφερθεί αποτελεσματικά. Έτσι, αυτοί που έχουν ιδιαίτερη μέριμνα για το δημόσιο αγαθό, είτε παύουν να το σκέφτονται και στρέφονται σε κάτι άλλο, είτε περνούν από τη δοκιμασία των κομμάτων. Αλλά και σε τούτη την περίπτωση οι έγνοιες που παρουσιάζονται αποκλείουν τη μέριμνα για το δημόσιο αγαθό. Το κόμματα είναι ένας θεσπέσιος μηχανισμός, χάρη στον οποίο, σε ολόκληρη την επικράτεια μιας χώρας, δεν βρίσκεις ούτε έναν που να συγκεντρώνει την προσοχή του για να διακρίνει εν μέσω των δημοσίων πραγμάτων το αγαθό, τη δικαιοσύνη, την αλήθεια.
 Η Σιμόν Βέιλ γεννήθηκε το 1909 σ' ένα προάστιο του Παρισιού από γονείς Ισραηλίτες και το 1931 αποφοίτησε από την Ecole Normale Superieure με δίπλωμα καθηγήτριας της φιλοσοφίας. Κάτοχος μιας ευρύτατης μάθησης και με κύριο μέλημα της την ανθρώπινη κατάσταση, ανέπτυξε, παράλληλα με τη συγγραφική της δραστηριότητα, ενεργό κοινωνική δράση. Έτσι εντάσσεται στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα της Πουάρ που άρχισε το 1932. Προικισμένη με σπάνια ευφυΐα κι οξυδέρκεια ανησυχούσε για την όλο και αυξανόμενη κυριαρχία της γραφειοκρατικής μηχανής του κράτους στην οποία διέβλεπε τον κίνδυνο μιας νέας μορφής καταπίεσης κοινωνικής πάνω στο άτομο.
Για να γνωρίσει στην πράξη τους όρους της εργασίας και τα κάθε φύσης προβλήματα της τάξης των εργαζομένων χειρωνακτικά, αλλά και από την έμφυτη διάθεσή της να συμμετέχει στη δυστυχία των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικά, η Σιμόν Βέιλ εγκατέλειψε το 1934 την καθηγητική της έδρα για να εργαστεί ως απλή εργάτρια εργοστασίου. Καρπός της εμπειρίας της αυτής είναι το βιβλίο "Η εργατική κατάσταση" που, μαζί με την ημερολογιακή καταγραφή της επίπονης θητείας της στη ζωή του εργοστασίου, αποτελεί το ηθικό και φιλοσοφικό της συμπέρασμα. Τα γεγονότα της εποχής και το πάσχισμά της για την υπόθεση του ανθρώπου την κράτησαν πάντα στο κέντρο της διαμάχης. Παράλληλα η Σιμόν Βέιλ έζησε μια εσωτερική δραματική πορεία στην αναζήτηση της αλήθειας που την οδήγησε σε εκπληκτικές εμπειρίες μυστικής ενάργειας.
Αν και μεγάλωσε σε αγνωστικιστικό περιβάλλον και διέτρεξε, φιλοσοφικά και πολιτικά, μια συνειδητή επαναστατική περίοδο, δέχτηκε ταπεινόφρονα τις εσωτερικές αποκαλύψεις που διεύρυναν την σκέψη της από πανανθρώπινες σε παν-κοσμικές διαστάσεις. Πρόσφυγας πολέμου, πρώτα στη Μασσαλία, μετά στη Νέα Υόρκη, τελευταία στις τάξεις των ελεύθερων Γάλλων στο Λονδίνο, κατέγραψε με ακρίβεια και απόλυτη ειλικρίνεια την ανθρώπινη κατάσταση, όπως της την έδινε πλέον η νέα, χριστοκεντρική προοπτική της.
Από την εποχή εκείνη χρονολογούνται η ιδιαίτερη εμβάθυνση της επάνω στην ελληνική σκέψη και οι δυνατές διαισθήσεις της για την αποστολή του ελληνικού στοχασμού ως προεργασία για τον "ερχόμενον λόγον".
Άλλα συγγράμματά της είναι: "Προχριστιανικές διαισθήσεις", "Τετράδια", "Καταπίεση και ελευθερία", "Η ελληνική πηγή", "Η αναμονή του Θεού", "Η υπερφυσική γνώση", "Σωσμένη Βενετία" (τραγωδία μισοτελειωμένη, "Το ρίζωμα" και άλλα.
"Το ρίζωμα" γράφτηκε απ' την Σιμόν Βέιλ το 1943, λίγο πριν το θάνατό της σ' ένα σανατόριο στην Αγγλία. Έτσι το βιβλίο αυτό, που είναι μια διακήρυξη των καθηκόντων της κοινωνίας απέναντι στο ανθρώπινο πλάσμα, στην πλήρωση των ψυχικών και φυσικών αναγκών του, πήρε τη θέση της πνευματικής της διαθήκης. Τα έξοχα δοκιμιακά της μελετήματα δεν είναι γι' αυτό λιγότερο η πνευματική της διαθήκη, όπως και κάθε άλλη της μαρτυρία.
Ο Άλμπερ Καμύ, ειδικά για τη σημασία του "Ριζώματος", έγραψε τα χαρακτηριστικά: "Μου είναι αδύνατον να φανταστώ μιαν αναγέννηση για την Ευρώπη που να μην έχει υπ' υπόψη τα αιτήματα αυτά, όπως τα προσδιόρισε η Σιμόν Βέιλ."


Το ντοκιμαντέρ, "Μια συνάντηση με Simone Weil" έκανε το ντεμπούτο του στο πρόσφατο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ του Άμστερνταμ.
Η Simone Weil (1909-1943) αγωνίστηκε στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, εργάστηκε ως χειριστής μηχανών και εργάτης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ήταν μέλος της γαλλικής Αντίστασης. Κόρη εύπορων Εβραίων, πέρασε τη ζωή της υποστηρίζοντας τους φτωχούς Μία τέλεια αουτσάιντερ, που δυσπιστούσε σε ιδεολογίες κάθε είδους,  άφησε πίσω της ένα έργο που γεμίζει δεκαπέντε τόμους και την καθιερώνει σαν μια λαμπρή πολιτική, κοινωνική, πνευματική προσωπικότητα.
 Στα γραπτά της, ανέλυσε με σθένος τις απάνθρωπες επιπτώσεις τού σταλινισμού, σκιαγράφησε ένα δόγμα που στρέφει την προσοχή του στον ανθρώπινο πόνο. Πίστευε στον συνδυασμό πνευματικής  και ωματικής εργασίας, 
  Οι ιδέες της έχουν επηρεάσει προσωπικότητες όπως η Susan Sontag, ο Graham Greene, και ο TS Eliot.
Οι New York Times την περιέγραψαν σαν "ένα από τα πιο λαμπρά μυαλά και πρωτότυποα του εικοστού αιώνα στη Γαλλία." Αλλά κατά πολύ μεγαλύτερος υποστηρικτής της ήταν ο υπαρξιστής φιλόσοφος Αλμπέρ Καμύ, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να δημοσιευθεί η δουλειά της μετά το θάνατό της. Ωστόσο, παρά τους φωτεινούς  υποστηρικτές , η Simone Weil είναι  ελάχιστα γνωστή , σχεδόν ξεχασμένη στην πατρίδα της, τη Γαλλία. Ο στόχος του ντοκιμαντέρ είναι για μια συνάντηση με Simone Weil που θα τροφοδοτήσει ένα ενδιαφέρον γι' αυτή σε μια εποχή που οι ιδέες της και το παράδειγμά της είναι επίκαιρα όσο ποτέ.
 

Τετάρτη 18 Μαΐου 2011

Philip Roth wins Man Booker International prize


...εδώ και 50 χρόνια τα βιβλία του Roth έχουν διεγείρει, προκαλέσει και διασκεδάσει ένα τεράστιο και διαρκώς αυξανόμενο κοινό… Η καριέρα του είναι αξιοσημείωτη για το ότι ξεκινάει σε τόσο υψηλό επίπεδο και συνεχίζει να γίνεται καλύτερη.
Rick Gekoski πρόεδρος της κριτικής επιτροπής
Στην εφημερίδα Guardian το πλήρες κείμενο

http://www.guardian.co.uk/books/2011/may/18/philip-roth-wins-man-booker-international 


Σάββατο 2 Απριλίου 2011

Δίστομο: 10 Ιουνίου 1944

Στις 10 Ιουνίου του 1944, ο λοχαγός των SS Φριτζ Λάουτενμπαχ, πήρε εντολή να μετακινήσει τον λόχο του από την Λειβαδιά προς την Άμφισσα μέσω Διστόμου, με σκοπό τον εντοπισμό ανταρτών του ΕΛΑΣ. Οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο και εκφοβίζοντας τους κατοίκους, έμαθαν ότι υπήρχαν αντάρτες στο Στείρι. Ένας από τους λόχους κατευθύνθηκε προς τα εκεί, αλλά έπεσε σε ενέδρα των ανταρτών του ΕΛΑΣ. Οι αντάρτες, μετά από δύο ώρες μάχης, υποχώρησαν μπροστά στις γερμανικές δυνάμεις. Οι απώλειες των Γερμανών ήταν περίπου 40 νεκροί ενώ των ανταρτών περίπου 15.
Μετά τη μάχη, οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο και σε αντίποινα για τις απώλειές τους, ξεκίνησαν να σφάζουν όποιον βρισκόταν στο δρόμο τους. Αποκεφάλισαν τον ιερέα του χωριού και σκότωσαν μωρά και γυναίκες, αφού πρώτα τις βίασαν. Η σφαγή σταμάτησε το βράδυ, όταν οι Γερμανοί στρατιώτες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Λειβαδιά, αφού προηγουμένως, όμως, έκαψαν τα σπίτια του χωριού.
Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν και κατά την επιστροφή των Γερμανών στην βάση τους. Οι νεκροί του Δίστομου έφτασαν τους 228, εκ των οποίων 117 γυναίκες, 111 άντρες, όπου ανάμεσά τους ήταν και 53 παιδιά κάτω των 16 χρόνων. Η μαρτυρία του απεσταλμένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Eλβετού George Wehrly, που έφτασε στο Δίστομο μετά από λίγες μέρες κάνει λόγο για 600 νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή ενώ αναφέρεται ότι οι νεκροί βρίσκονταν παντού, ακόμα και κρεμασμένοι πάνω σε δέντρα.
http://www.biblionet.gr/images/covers/b153414.jpg 
Δίστομο: 10 Ιουνίου 1944 : Το ολοκαύτωμα / επιμέλεια Γιώργος Χ. Θεοχάρης. - 1η έκδ. - Λιβαδειά : Σύγχρονη Έκφραση, 2010

Ένα τραγούδι για τον Αργύρη είναι το ντοκιμαντέρ του Stefan Haupt που παρουσιάζει τη ζωή και το έργο του Αργύρη Σφουντούρη, ενός παιδιού από το Δίστομο που σε ηλικία τεσσάρων ετών επέζησε της γενεοκτονίας του χωριού του.
10 Ιουνίου 1944.
Δίστομο. Ένα μικρό χωριό, ένα βήμα από την θάλασσα, στο δρόμο από την Αθήνα προς τους Δελφούς. Εδώ επιζεί ο μικρός Αργύρης, ούτε καν τεσσάρων χρονών, στις 10 Ιουνίου του 1944 μία κτηνώδη σφαγή των Γερμανικών Δυνάμεων: Το λεγόμενο «μέτρο εξιλέωσης» μιας ναζιστικής μεραρχίας ως αντίποινα για μία επίθεση ανταρτών εναντίον των Γερμανών στην περιοχή. Σε λιγότερο από δύο ώρες σκοτώνονται 218 κάτοικοι του χωριού ? γυναίκες, άντρες, γέροι, μωρά και βρέφη. Ο Αργύρης χάνει τους γονείς του και άλλους 30 συγγενείς.
Κάμποσα χρόνια περνάει το αγόρι σε ορφανοτροφεία γύρω από την Αθήνα, μέσα σε χιλιάδες παιδιά του πολέμου. Ώσπου μία μέρα εμφανίζεται μία αποστολή του Ερυθρού Σταυρού και διαλέγει μία χούφτα παιδιά για ένα μεγάλο ταξίδι σε μία μακρινή χώρα. Ο Αργύρης θέλει οπωσδήποτε να πάει μαζί τους. Και έτσι φτάνει στην Ελβετία, στο παιδικό χωριό Πεσταλότσι στο Τρόγκεν. Χρόνια αργότερα κάνει τη διδακτορική του διατριβή στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης (ΕΤΗ) στα Μαθηματικά και την Αστροφυσική. Πολύ σύντομα αρχίζει να διδάσκει στα λύκεια της Ζυρίχης, μεταφράζει Έλληνες ποιητές στα γερμανικά, και εργάζεται ως βοηθός αργότερα για μερικά χρόνια, μεταξύ άλλων και με το Ελβετικό Σώμα Βοήθειας για τα θύματα καταστροφών στην αναπτυξιακή βοήθεια στη Σομαλία, στο Νεπάλ και στην Ινδονησία. Γυρνώντας στην Ευρώπη, αρχίζει τα πήγαινε-έλα μεταξύ Ελβετίας και Ελλάδας ? και οι παραμονές στην παλιά του πατρίδα όλο και παρατείνονται.
Ο Αργύρης Σφουντούρης, σήμερα 66 χρονών, είναι ένας άνδρας με συναρπαστική γοητεία και μελαγχολική ευθυμία, που έχει ασχοληθεί σε όλη του την ζωή με την παραφροσύνη, που του συνέβη όταν ήταν μικρό παιδί. Σε ένα «Συνέδριο για την Ειρήνη» - για παράδειγμα- συλλογιζόταν δυνατότητες, πώς θα μπορούσε ο κόσμος να βγει από το φαύλο κύκλο της βίας. Δεν προσπάθησε να το «ξεπεράσει» μέσα του, και να «κλείσει» το κεφάλαιο με τις παιδικές του αναμνήσεις, αλλά πολύ περισσότερο αγωνίστηκε να μάθει να ζει με αυτές και πέραν τούτου να επηρεάσει τον έξω κόσμο.
Μία ταινία για την αντιμετώπιση του προσωπικού θρήνου και του ιστορικού χρέους.
Μία ταινία για τις φαινομενικά άλυτες δυσκολίες μίας πραγματικής συμφιλίωσης, μία ταινία για την αναζήτηση της ειρήνης — ένα ταξίδι με άγνωστο τέλος.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

Τι είναι η κριτική;


Το μοντέλο κοινωνικής κριτικής και ριζοσπαστικής πολιτικής που προωθείται από τους Michael Hardt και Antonio Negri στην Αυτοκρατορία και στο Πλήθος καλεί σε μια ολική ρήξη με τη νεωτερικότητα και στην επεξεργασία μιας μεταμοντέρνας προσέγγισης. Κατά τη γνώμη τους, μια τέτοια ρήξη είναι απαραίτητη λόγω των κρίσιμων μετασχηματισμών που υφίστανται οι κοινωνίες μας από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Αυτές οι αλλαγές, που είναι συνέπειες της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης και των μετασχηματισμών της παραγωγικής διαδικασίας, που έχουν δεχτεί την επίδραση των αγώνων των εργατών, μπορούν σχηματικά να συνοψισθούν ως εξής:
   1. Η κυριαρχία έχει πάρει μια νέα μορφή που αποτελείται από εθνικούς και υπερεθνικούς οργανισμούς οι οποίοι συνδέονται με μια κοινή περί αρχής λογική. Αυτή η νέα μορφή παγκόσμιας κυριαρχίας, την οποία αποκαλούν «Αυτοκρατορία», έχει αντικαταστήσει το στάδιο του ιμπεριαλισμού που βασιζόταν στην προσπάθεια των εθνών κρατών να επεκτείνουν την κυριαρχία τους πέρα από τα σύνορά τους. Σε αντίθεση με αυτό που συνέβη στο στάδιο του ιμπεριαλισμού, η σημερινή Αυτοκρατορία δεν διαθέτει εδαφικό κέντρο εξουσίας και καθορισμένα σύνορα· είναι ένας αποκεντρωμένος και απεδαφοποιημένος μηχανισμός κυριαρχίας που σταδιακά ενσωματώνει ολόκληρη την παγκόσμια επικράτεια με ανοιχτά και διευρυνόμενα σύνορα.
   2. Αυτός ο μετασχηματισμός ανταποκρίνεται, όπως λένε, στο μετασχηματισμό του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στον οποίο ο ρόλος του βιομηχανικού εργοστασίου έχει ελαττωθεί και η προτεραιότητα έχει δοθεί στην επικοινωνιακή, συνεργατική και συναισθηματική εργασία. Στη μετα-μοντερνοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, η δημιουργία πλούτου τείνει προς τη βιοπολιτική παραγωγή. Το αντικείμενο κυριαρχίας της αυτοκρατορίας είναι η κοινωνική ζωή στην ολότητά της, παρουσιάζοντας μια παραδειγματική μορφή βιοεξουσίας.
   3. Γινόμαστε μάρτυρες του περάσματος από μια «κοινωνία πειθαρχίας» σε μια «κοινωνία ελέγχου», που χαρακτηρίζεται από ένα νέο παράδειγμα εξουσίας. Στην κοινωνία της πειθαρχίας, που ανταποκρίνεται στην πρώτη φάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης, η εντολή κατασκευάζεται μέσα από ένα διάχυτο δίκτυο διαρρυθμίσεων ή μηχανισμών που παράγουν και ρυθμίζουν τα ήθη, τις συνήθειες και τις παραγωγικές πρακτικές με τη βοήθεια πειθαρχικών θεσμών όπως οι φυλακές, το εργοστάσιο, το άσυλο, το νοσοκομείο, τα σχολεία και άλλα. Η κοινωνία του ελέγχου αντιθέτως είναι μια κοινωνία στην οποία οι μηχανισμοί εντολών καθίστανται εμμενείς του κοινωνικού πεδίου, κατανεμημένοι στα μυαλά και τα σώματα των πολιτών. Οι τρόποι κοινωνικής ενσωμάτωσης και αποκλεισμού εσωτερικεύονται όλο και περισσότερο μέσω μηχανισμών που οργανώνουν απευθείας τα μυαλά και τα σώματα. Αυτό το νέο παράδειγμα εξουσίας είναι βιοπολιτικής φύσης. Αυτό που διακυβεύεται άμεσα είναι η παραγωγή και αναπαραγωγή της ίδιας της ζωής.
   4. Ο Hardt και ο Negri υποστηρίζουν ότι οι έννοιες της «μαζικής διανόησης», της «άυλης εργασίας» και της «γενικής διάνοιας», μας βοηθούν να συλλάβουμε τη σχέση μεταξύ κοινωνικής παραγωγής και βιοεξουσίας. Ο κεντρικός ρόλος που πρότερα κατείχε η εργατική εξουσία των εργατών στα εργοστάσια και στην παραγωγή της υπεραξίας, σήμερα συμπληρώνεται όλο και περισσότερο από διανοητική, άυλη και επικοινωνιακή εργατο-εξουσία. Η φιγούρα της άυλης εργασίας, που συμπλέκεται με την επικοινωνία, τη συνεργασία και την αναπαραγωγή των συναισθημάτων, καταλαμβάνει μία όλο και περισσότερο κεντρική θέση στο σχήμα της καπιταλιστικής παραγωγής.
   5. Εφόσον, κατά το πέρασμα στη μετανεωτερικότητα και τη βιοπολιτική παραγωγή, η εργατική εξουσία κατέστη όλο και περισσότερο συλλογική και κοινωνική, ένας νέος όρος είναι απαραίτητος για να αναφερθούμε σε αυτόν τον συλλογικό εργάτη, το «Πλήθος». Ο Hardt και ο Negri πιστεύουν ότι το πέρασμα στην Αυτοκρατορία ανοίγει τον δρόμο σε νέες προοπτικές για την απελευθέρωση του Πλήθους. Βλέπουν την κατασκευή της Αυτοκρατορίας σαν μια απάντηση στις διάφορες μηχανές εξουσίας και τους αγώνες του Πλήθους. Το Πλήθος, λένε, δημιούργησε την Αυτοκρατορία και την παγκοσμιοποίηση στο βαθμό που προκαλεί μια πραγματική απεδαφοποίηση των προηγούμενων δομών εκμετάλλευσης και ο έλεγχος είναι προϋπόθεση της απελευθέρωσης του Πλήθους. Οι δημιουργικές δυνάμεις του Πλήθους που συντηρούν την Αυτοκρατορία είναι ικανές για τη δημιουργία μιας αντι-αυτοκρατορίας μίας εναλλακτικής πολιτικής οργάνωσης των παγκόσμιων ροών των συναλλαγών και της παγκοσμιοποίησης, ούτως ώστε να τις αναγνωρίσει και να τις κατευθύνει προς νέους σκοπούς.
 
   Σε αυτό το σημείο αξίζει να παρουσιάσουμε τη δουλειά του Paolo Virno, ώστε να συμπληρώσουμε την εικόνα. Οι αναλύσεις του Virno στο βιβλίο του Η γραμματική του πλήθους, συνδέονται άμεσα και με πολλούς τρόπους με αυτές των Hardt και Negri, χωρίς να λείπουν ωστόσο και σημαντικές διαφορές. Για παράδειγμα, ο Virno είναι πολύ λιγότερο αισιόδοξος για το μέλλον. Ενώ ο Hardt και ο Negri έχουν ένα μεσσιανικό όραμα σχετικά με τον ρόλο του πλήθους, το οποίο αναγκαία θα καταρρίψει την Αυτοκρατορία εγκαθιστώντας μιαν «Άμεση Δημοκρατία», ο Virno βλέπει τις τρέχουσες εξελίξεις ως ένα αμφίρροπο φαινόμενο και αναγνωρίζει τις νέες μορφές υποταγής και επισφαλειοποίησης1 που είναι χαρακτηριστικές του μετα-φορντικού σταδίου. Είναι αλήθεια πως οι λαοί δεν είναι τόσο παθητικοί όσο πριν, αλλά αυτό συμβαίνει γιατί έχουν μετατραπεί σε ενεργούς πράττοντες της ίδιας τους της επισφαλειοποίησης. Έτσι, αντί να ερμηνεύσει τη γενίκευση της άυλης εργασίας ως έναν τύπο «αυθόρμητου κομμουνισμού», όπως ο Hardt και ο Negri, ο Virno τείνει να θεωρήσει τον μετα-φορντισμό ως τον «κομμουνισμό του κεφαλαίου». Παρατηρεί ότι σήμερα οι καπιταλιστικές πρωτοβουλίες ενορχηστρώνουν για δικό τους συμφέρον ακριβώς εκείνες τις υλικές και πολιτισμικές συνθήκες που θα μπορούσαν, υπό άλλες συνθήκες, να έχουν στρώσει τον δρόμο για ένα πιθανό κομμουνιστικό μέλλον.

   Όταν περνά στην αντιμετώπιση του ζητήματος της διαδικασίας μέσω της οποίας το Πλήθος θα μπορούσε να απελευθερώσει τον εαυτό του, ο Virno διακηρύττει ότι η μετα-φορντική εποχή απαιτεί τη δημιουργία μιας «Δημοκρατίας του Πλήθους», εννοώντας μια σφαίρα κοινών υποθέσεων που δεν ελέγχονται πλέον από το κράτος. Προτείνει δύο βασικούς όρους-κλειδιά για να συλλάβει τον τύπο πολιτικής δράσης που χαρακτηρίζει το Πλήθος: έξοδος και πολιτική ανυπακοή. Η έξοδος αποτελεί σύμφωνα με τον Virno ένα πλήρως ανεπτυγμένο μοντέλο πολιτικής δράσης, ικανό να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της σύγχρονης πολιτικής. Συνίσταται στη μαζική αποστασία από το κράτος με σκοπό την εξέλιξη του δημόσιου χαρακτήρα της Νόησης έξω από την εργασία και σε αντίθεση μ’ αυτήν. Αυτό απαιτεί τη δημιουργία μιας μη κρατικής δημόσιας σφαίρας και μιας ριζικά νέας δημοκρατίας, πλαισιωμένης με όρους κατασκευής και πειραματισμού, με μορφές μη-αντιπροσωπευτικής και εξω-κοινοβουλευτικής δημοκρατίας οργανωμένης γύρω από συνομοσπονδίες, συμβούλια και σοβιέτ. Η δημοκρατία του Πλήθους εκφράζεται σ’ ένα σύνολο δρώντων μειονοτήτων που ποτέ δεν φιλοδοξούν να μετατραπούν σε πλειοψηφίες και αναπτύσσουν μια εξουσία που αρνείται να γίνει κυβέρνηση. Ο τρόπος ύπαρξής της είναι η «συντεταγμένη/αρμονική δράση» κι ενώ τείνει στην αποσύνθεση της υπέρτατης εξουσίας, δεν είναι προδιατεθειμένη να γίνει κράτος στη θέση της. Γι’ αυτό και η πολιτική ανυπακοή πρέπει να χειραφετηθεί από τη φιλελεύθερη παράδοση, εντός του πλαισίου της οποίας συνήθως εντοπίζεται. Στην περίπτωση του Πλήθους δεν σημαίνει πλέον την αγνόηση ενός συγκεκριμένου νόμου επειδή δεν συμμορφώνεται στις αρχές του Συντάγματος. Αυτό θα αποτελούσε έναν ακόμα τρόπο επίδειξης πίστης στο Κράτος. Αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί διακύβευμα είναι μια ριζική ανυπακοή, που θα θέτει υπό αμφισβήτηση την ίδια την ισχύ του Κράτους να διατάσσει.

   Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οραματίζονται τον τύπο πολιτικής δράσης που ταιριάζει καλύτερα στην απελευθέρωση του Πλήθους, δεν υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, καμία ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στον Virno και τους Hardt και Negri, οι οποίοι επίσης στηρίζουν την εγκατάλειψη και την έξοδο. Υποστηρίζουν ότι, εφόσον στην Αυτοκρατορία δεν υπάρχει πλέον κάτι το εξωτερικό, ο αγώνας θα πρέπει να λαμβάνει τη μορφή της εναντίωσης σε κάθε τόπο. Αυτό το «είναι ενάντια» είναι γι’ αυτούς το κλειδί σε κάθε πολιτική θέση στον κόσμο και το Πλήθος πρέπει να αναγνωρίζει την ιμπεριαλιστική κυριαρχία ως τον εχθρό και να ανακαλύψει επαρκή μέτρα ανατροπής της εξουσίας της. Ενώ κατά την εποχή της πειθαρχίας, το σαμποτάζ ήταν η βασική μορφή αντίστασης, υποστηρίζουν ότι κατά την εποχή του ιμπεριαλιστικού ελέγχου —η βασική μορφή αντίστασης— θα έπρεπε να είναι η εγκατάλειψη. Και πράγματι μέσω της εγκατάλειψης, μέσω της εκκένωσης των τόπων της εξουσίας, πιστεύουν πως οι μάχες ενάντια στην Αυτοκρατορία θα μπορούσαν να κερδηθούν. Η εγκατάλειψη και η έξοδος είναι γι’ αυτούς μια αποτελεσματική μορφή ταξικής σύγκρουσης ενάντια στον ιμπεριαλιστικό μεταμοντερνισμό.
   Άλλο ένα σημείο συμφωνίας έχει να κάνει με την αντίληψή τους για τη δημοκρατία του Πλήθους. Ομολογουμένως, ο Virno ποτέ δεν χρησιμοποιεί τον όρο «απόλυτη δημοκρατία», αλλά και στις δύο περιπτώσεις βρίσκουμε μιαν απόρριψη του μοντέλου της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση ενός απόλυτου διαχωρισμού ανάμεσα στο πλήθος και τον λαό. Το πρόβλημα με την έννοια του λαού, σύμφωνα με αυτούς, είναι ότι αναπαριστάται ως μία ολότητα με μία θέληση και ότι είναι συνδεμένος με την ύπαρξη της Αυτοκρατορίας. Το πλήθος, αντιθέτως, αποφεύγει ηθελημένα την πολιτική ενότητα. Δεν είναι αντιπροσωπεύσιμο γιατί αποτελεί μια μοναδική πολλαπλότητα2. Αποτελεί ένα ενεργό υποκείμενο αυτο-οργάνωσης που δεν μπορεί ποτέ να επιτύχει το στάτους ενός νομικού προσώπου ή να συμπτυχθεί σε μια γενική βούληση. Είναι αντι-κρατικό και αντι-λαϊκό. Ο Virno, όπως και ο Hardt και ο Negri, υποστηρίζει πως η δημοκρατία του πλήθους δεν μπορεί να συλληφθεί πλέον με όρους κυρίαρχης αυθεντίας αντιπροσωπευτικής του λαού και ότι νέες μορφές δημοκρατίας μη-αντιπροσωπευτικές είναι αναγκαίες.
   Για να συνοψίσουμε, θα μπορούσαμε να πούμε ότι σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, η δραστηριότητα της κριτικής ανταποκρίνεται σε μια μορφή άρνησης, που συνίσταται στην αποχώρηση από τους υπάρχοντες θεσμούς...
Περιοδικό Ένεκεν τχ. 19

Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Μαρία Φέρλα-Μπέικου

Μπέικου, Μαρία 

Αφού με ρωτάτε, να θυμηθώ..

Καστανιώτη, 2010. - 268σ .

Γεννήθηκα στην Ιστιαία της Εύβοιας. Στον πόλεμο βρίσκομαι στην Αθήνα, φοιτήτρια της Ιατρικής. Οργανώνομαι και δουλεύω παράνομα με τον Λεωνίδα Κύρκο στο πανεπιστήμιο. Συλλαμβάνεται ο αδερφός μου. Οδηγείται στις φυλακές.

Παρά την αντίθεση των γονιών μου, κατατάσσομαι στον ΕΛΑΣ. Λαχταρώ να πολεμήσω με το όπλο στο χέρι. Η πρώτη μου μάχη είναι στο Καρπενήσι. Ξέρω ότι αμύνομαι, δεν θέλω να κάνω κακό σε κανέναν, απέναντί μου όμως είναι ο εχθρός. Σημαδεύω και πυροβολώ. Φοβάμαι. Καταλαβαίνω στο πρόσωπο του διπλανού μου τι σημαίνει σύντροφος. Κόβω την κοτσίδα μου για να παρελάσω στην απελευθέρωση. Παραδίδω το όπλο μου στη Βάρκιζα.

Παντρεύομαι τον Γεωργούλα Μπέικο.

Ξαναπιάνω το ντουφέκι για να αμυνθώ, δεύτερη φορά, με τον Δημοκρατικό Στρατό. Το αφήνω, ηττημένη πια, στα αλβανικά σύνορα και φεύγω περνώντας στο άγνωστο. Τρομάζω.

Ζω είκοσι επτά χρόνια στη Σοβιετική Ένωση. Φοιτήτρια στο Ινστιτούτο Κινηματογραφίας της Μόσχας, στην τάξη του Μιχαήλ Ρομ, με το συμφοιτητή και πολύ καλό φίλο μου Αντρέι Ταρκόφσκι. Σκηνοθετούμε από κοινού τους "Φονιάδες" του Χέμινγουεϊ. Δουλεύω ως εκφωνήτρια στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Μόσχας. Είκοσι επτά χρόνια χωρίς ιθαγένεια. Ψάχνω κάποιον ν' ακούσει την ιστορία μου. Τη λέω παντού.

Η επιστροφή. Επιστρέφω στην Ελλάδα με την τέφρα του Γεωργούλα, σαν την Ηλέκτρα. Η Ελλάδα. Στα όνειρά μου βλέπω ακόμα ότι τρέχω στα βουνά. Πατρίδα μου είναι όλα αυτά.

Η Μαρία Φέρλα-Μπέικου γεννήθηκε το 1925 την Ιστιαία και στον πόλεμο βρέθηκε να σπουδάζει την Ιατρική στην Αθήνα. Εκεί οργανώνεται και μπαίνει στην παρανομία, μαζί με τον Λεωνίδα Κύρκο. Έζησε μια ζωή σαν αληθινό μυθιστόρημα: ΕΠΟΝ, αντίσταση, ΕΛΑΣ, Δεκεμβριανά, κατάθεση των όπλων μετά τη Συνθήκη της Βάρκιζας, ο γάμος με τον έρωτα της ζωής, τον αγωνιστή και σπουδαίο δημοσιογράφο Γεωργούλα Μπέικο το 1945, η σύλληψή του το 1946, κακουχίες, φυματίωση, η κατάταξη στον Δημοκρατικό Στρατό και η φυγή στην ΕΣΣΔ, τον Αύγουστο του 1949. Όταν φτάνει πια στην Τασκένδη, ο άντρας της έχει ήδη καταδικαστεί σε ισόβια και ο αδερφός της βρίσκεται στην εξορία. Το 1952 επιλέγεται για τη θέση της εκφωνήτριας στον ελληνόφωνο ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας, Εδώ Μόσχα. Την επόμενη χρονιά θα φοιτήσει στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου, με καθηγητή τον Μιχαήλ Ρομμ και συμφοιτητή τον Αντρέι Ταρκόφσκι, τον οποίο και θα παντρέψει με την Ίρμα Ράους. Μια βαθιά φιλία και συνεργασία που φέρνουν σαν αποτέλεσμα μια διασκευή του φιλμ «Οι φονιάδες» του Ερνεστ Χέμινγουέι. Βαφτίζει και τον γιο τους Αρσένι. Θα ξαναδεί τον άντρα της το 1961, ο οποίος έχει καταφέρει να μεταβεί στη Μόσχα. Το 1975, με τη Μεταπολίτευση, η Μαρία Μπέικου επιστρέφει στην Ελλάδα για να ξαναπάρει την ιθαγένεια. Όταν μετά από 25 χρόνια θα πάρει το ελληνικό διαβατήριο και θα γυρίσει στη Μόσχα, η ζωή θα της παίξει το χειρότερο παιχνίδι αφού ο Γεωργούλας έχει ήδη πεθάνει. Έκτοτε, επιστρέφει με τις στάχτες του ζει στην Ελλάδα και ασχολείται με το θέατρο.
«Το Νοέμβριο του '45 παντρεύτηκα τον Γεωργούλα. Γνωριστήκαμε στον ΕΛΑΣ και το Μάουζερ που κρατούσα ήταν δώρο δικό του. Ενιωσα το πρώτο ερωτικό σκίρτημα όταν ο κατοπινός συζυγός μου μού πρόσφερε ένα όπλο! Ο ρομαντισμός είχε συνδεθεί και με τη στρατιωτική πειθαρχία. Είχαμε δώσει λόγο τιμής να ολοκληρώσουμε τη σχέση όταν απελευθερωθούμε. Αυτό που μας έκαιγε την καρδιά ήταν η νίκη: να διώξουμε το μισητό εχθρό και ν' αλλάξουμε τον κόσμο». 
Το σημερινό ΚΚΕ πώς σας φαίνεται;
  • «Δεν ξέρω πια πώς να το χαρακτηρίσω. Αυτά μάλιστα που λέει τελευταία για τον Στάλιν μου φαίνονται σαν κωμωδία. Επέστρεψα από την ΕΣΣΔ το 1975. Δεν πρόλαβα ζωντανό τον άντρα μου και έκτοτε δεν με ενδιαφέρει τίποτα πια. Μου έμεινε μόνο μια βαθιά πικρία».
Μετανιώσατε για τους αγώνες σας;
  • «Καθόλου κι αυτό γιατί δεν υπήρχε επιλογή. Μετά τη διάσπαση ο άντρας μου ακολούθησε το ΚΚΕ εσωτερικού. Μέσα σε μια νύχτα του αφαίρεσαν όλα τα προνόμια, μέχρι και τον τηλέτυπο. Πικράθηκα πολύ και απομακρύνθηκα. Νιώθω αριστερή. Ο Μαρξ επιστρέφει, θυμηθείτε το. Στη θεωρία του θα πατήσει το καινούριο που θα γεννηθεί για ν’ αλλάξει τον κόσμο προς το καλύτερο».

Ένα τουφέκι ήταν το δώρο του αρραβώνα μου , Ελευθεροτυπία

Μαρία Μπέικου, ζωή σαν μυθιστόρημα, tvxs

Μαρία Μπέικο, lifo

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

Μέσα από τις Φλόγες

Όταν ο συμβολαιογράφος Λέμπελ (Ρεμί Ζιράρντ) διαβάζει στη Ζαν (Μελίσα Ντεσορμό-Πουλέν) και στον Σιμόν (Μαξίμ Γκοντέτ) τη διαθήκη της μητέρας τους, Νάουαλ (Λούμπνα Αζαμπάλ), τα δίδυμα έκπληκτα παίρνουν τους φακέλους που άφησε εκείνη, έναν για τον πατέρα τους, που πιστεύανε ότι ήταν νεκρός, κι έναν για τον αδερφό τους, του οποίου την ύπαρξη δεν γνώριζαν. Σε αυτή την αινιγματική κληρονομιά η Ζαν πιστεύει θα βρει την απάντηση για την ανεξήγητη σιωπή της μητέρας της τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής της. Αποφασίζει να ταξιδέψει στη Μέση Ανατολή για να αναζητήσει την ιστορία της οικογένειάς της, για την οποία φαίνεται ότι δεν γνωρίζει τίποτα. Ο Σιμόν δεν συγκινείται από τα μεταθανάτια παιχνίδια που παίζει η μητέρα του, αλλά η αγάπη για την αδερφή του είναι πολύ δυνατή και σύντομα θα την ακολουθήσει για να ανακαλύψουν την αλήθεια για τη Νάουαλ - μια γυναίκα πολύ διαφορετική από εκείνη που γνώριζαν ως μητέρα τους. Με τη βοήθεια του Λέμπελ, τα δίδυμα ενώνουν τα κομμάτια της ιστορίας της γυναίκας που τους έφερε στον κόσμο, ανακαλύπτοντας την τραγική της μοίρα, σημαδεμένη από τον πόλεμο και το μίσος αλλά και τη γενναιότητα μιας εξαιρετικής γυναίκας.
Ένα κι ένα κάνουν ένα σε αυτήν τη χρονικά πολύπλοκη, κινηματογραφικά γενναιόδωρη δημιουργία του Καναδού Ντενί Βιλνέβ, την ταινία που έπρεπε να είναι η νικήτρια στο φετινό ξενόγλωσσο Όσκαρ, μαζί με τον Κυνόδοντα. Πρόκειται για μια διασκευή θεατρικού έργου που κρύβει τόσο καλά την καταγωγή του, ώστε είναι να απορεί κανείς πώς απεικονίστηκαν στο σανίδι εντελώς visual σκηνές, όπως, για παράδειγμα, η ανατριχιαστική επίθεση των χριστιανών σε ένα λεωφορείο γεμάτο άμαχους Μουσουλμάνους, κατά τη διάρκεια του 16ετούς θρησκευτικού εμφύλιου στον Λίβανο.
Η ζωή της Νάουαλ Μαρουάν ξεδιπλώνεται με φλασμπάκ γεμάτα ένταση, από την τραυματική εμπειρία της όταν είδε τον εραστή να πέφτει νεκρός από συγγενικές σφαίρες και να μένει ντροπιασμένη και μόνη στο σπίτι για να γεννήσει το πρώτο τους παιδί, μέχρι τον εφιάλτη της στη φυλακή ως πόρνη νούμερο 72 και τη μοιραία συνάντηση σε μια πισίνα στον Καναδά που αποτελεί το κλειδί των συγκλονιστικών αποκαλύψεων που καλούνται να βρουν, πρώτα η κόρη της και μετά ο δίδυμος αδελφός της. Η αφήγηση γίνεται σχεδόν παράλληλα, με τέλεια χρήση της χρονικής τοποθέτησης και της συναισθηματικής ταύτισης από τον Βιλνέβ. Ένα πολύ δύσκολο έργο με σοβαρότατο στοχασμό για τη θέση της οικογένειας σε μια σπαραγμένη κοινωνία, το Μέσα από τις φλόγες λειτουργεί ως αρχαιοελληνική τραγωδία με όρους πολέμου. Είναι τρομερά καλά παιγμένο από τους ηθοποιούς, μεταφέρει βαθιά συγκίνηση, δεν φωνασκεί πολιτικά, αν και η καθαρότητα της ματιάς της μας οδηγεί στο συμπέρασμα της βεβαιότητας για τις θέσεις της, και αποτελεί το πρόκριμα για σπουδαία πράγματα από τον Βιλνέβ στο μέλλον.

Θ. Κουτσουγιαννόπουλος

Lifo


H Λευτεριά είναι Σχολειό

Ψυχαί μαρτύρων, χαίρετε·
Την αρετήν σας άμποτε
Να μιμηθώ εις τον κόσμον
Και να φέρω την λύραν μου
Με σας να ψάλλω
Ανδρέας Κάλβος
Εις Σούλι
 Το 1821 στην ελληνική ποίηση / ανθολόγηση Ηλίας Γκρης. - 1η έκδ. - Αθήνα : Κέδρος, 2011

Αν ο μόνος σκοπός που αξίζει τον κόπο κανείς να γεννηθεί, είναι η λεφτεριά, και μόλις γεννηθεί του την υποθηκεύσουν τα συμφέροντα, τι άλλο του απομένει αν όχι η επανάσταση;
Μεταξύ δουλείας και δουλείας δεν υπάρχει καμμιά διαφορά.
Με το να κάμεις μιαν επανάσταση κι αποτινάξεις το ζυγό, δεν έκαμες τίποτα.
Το ‘21 αυτό έκαμε. Το να μην ξαναεμπέσεις σε ζυγό-αυτό είναι επανάσταση.
Γιάννης Σκαρίμπας - Το 1821 και η αλήθεια

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

Επί του πολιτικού

Γιατί να ασχοληθούμε με τη Σαντάλ Μουφ σήμερα και γιατί συγκεκριμένα εδώ, στην Ελλάδα; Αυτά τα δύο ερωτήματα είναι ίσως τα βασικότερα από αυτά που καλείται να απαντήσει ένα αφιέρωμα σαν και αυτό που ακολουθεί στις σελίδες του παρόντος τεύχους του Ένεκεν. Η δημιουργία αυτού του αφιερώματος στη γνωστή Βελγίδα θεωρητικό της ριζοσπαστικής δημοκρατίας, σχεδιάστηκε επ’ αφορμή της κυκλοφορίας του τελευταίου της βιβλίου, με τίτλο Επί του πολιτικού, και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εκκρεμές σε μετάφραση Αλέξανδρου Κιουπκιολή. Στο πλαίσιο αυτό φιλοξενούμε τη μετάφραση ενός πρόσφατου άρθρου της Μουφ που πλαισιώνεται από δύο κριτικά δοκίμια σχετικά με το έργο της από τον μεταφραστή των βιβλίων της στα ελληνικά και λέκτορα στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Αλέξανδρο Κιουπκιολή και τον αναπληρωτή καθηγητή στο ίδιο τμήμα και δοκιμιογράφο Νικόλα Σεβαστάκη.
   Το παρόν σύντομο εισαγωγικό σημείωμα φιλοδοξεί να αποτελέσει μία εύληπτη κριτική εισαγωγή στον συλλογισμό της Μουφ —ένα τρόπον τινά πρώτο σκαλί μετάβασης στο πεδίο κριτικού διαλόγου που συνθέτουν τα κείμενα που ακολουθούν— εστιάζοντας σε κεντρικές έννοιες που αναδεικνύονται στο έργο της και επιχειρώντας μία πρώτη σύνδεση με τις τρέχουσες πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις1.
   Αλλά ας επιστρέψουμε στο αρχικό μας ερώτημα: γιατί να ασχοληθούμε με ένα έργο πολιτικής θεωρίας σαν κι αυτό της Μουφ; Τι μπορούμε να αποκομίσουμε από αυτό, σήμερα ειδικά που ο χώρος της φιλοσοφίας και της θεωρίας φαίνεται να απαξιώνεται περνώντας σταδιακά σε δεύτερη μοίρα; Μετά από το πρώτο «μούδιασμα» που ίσως να προκαλεί στον περισσότερο κόσμο (εντός και εκτός ακαδημαϊκών αιθουσών, εντός και εκτός πολιτικών χώρων κ.ο.κ.) ο τρέχων εγχώριος και διεθνής δημοσιονομισμός, αυτή η σκοτεινή ομπρέλα του «δεν υπάρχει άλλη λύση», που τείνει να σκεπάσει κάθε περιθώριο δημιουργικού, ανατρεπτικού και ριζοσπαστικού θεωρητικοπολιτικού στοχασμού (και αναστοχασμού) ανάγοντας τέτοιου είδους προσπάθειες σε περιττές «ακαδημαϊκίστικες πολυτέλειες» ή ακόμα και «διανοουμενισμό», η ανάγκη θεωρητικοποίησης και ανάλυσης της τρέχουσας κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας προβάλει ξανά αποκτώντας ιδιαίτερα κρίσιμη σημασία. Απέναντι στις κατηγορίες για «αναχώρηση» από το πεδίο της (πολιτικής) δράσης και ενός κάποιου πραξιακού βολονταρισμού, που ενδέχεται να προσάπτουν ορισμένοι κύκλοι σε τέτοιες τάσεις, καλό θα ήταν να θυμόμαστε ότι και η παραγωγή (χρήσιμης αναλυτικά) θεωρίας είναι τελικά (πολιτική) πράξη/δράση και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα εξόχως ριζοσπαστική. Όπως σημειώνει και η Μουφ, η πολιτική θεωρία «έχει να παίξει έναν ιδιαίτερα κρίσιμο ρόλο στην κατανόηση της σημερινής δυσάρεστης κατάστασής στην οποία έχουμε περιέλθει»2, και άρα μας βοηθά να την αλλάξουμε, θα συμπληρώναμε εμείς παραφράζοντας τη γνωστή φράση του Μαρξ. Μέσα από μία τέτοια επίπονη προσπάθεια, μέσα από την τριβή με μια θεωρία που δεν φοβάται να «λερώσει τα χέρια της» στο πεδίο της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, οι απαντήσεις τελικά δεν είναι απίθανο να αρχίσουν να προκύπτουν αβίαστα καθώς αρχίζουμε να κάνουμε σταδιακά κάποια βήματα κατανόησης και κριτικής ανταλλαγής εντός, αλλά και (βασικότερα) εκτός της τρέχουσας ηγεμονικής πλαισίωσης. Αφού ξεφύγουμε έστω και λίγο από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του σημερινού ηγεμονικού λόγου της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Προς τούτη την κατεύθυνση είναι που μας παροτρύνει να κινηθούμε το έργο της Μουφ, παρέχοντάς μας και τα ανάλογα χρήσιμα εφόδια· προς την κατανόηση της ενδεχομενικής και άρα επισφαλούς φύσης του σημερινού παγιωμένου πολιτικοκοινωνικού και οικονομικού παγκόσμιου συστήματος νοήματος· των αποκλεισμών εναλλακτικών δυνατοτήτων που οδήγησαν σε αυτή την παγίωση και τελικά την επεξεργασία των προοπτικών διεξόδου από αυτό το σύστημα προς τη θεμελίωση μιας νέας ηγεμονίας στη βάση ενός συλλογικού σχεδίου χειραφέτησης στηριζόμενου στις κεντρικές στο έργο της αρχές: «ισότητα και ελευθερία για όλους».
   Αλλά πριν/και για να επικεντρωθούμε στην επικαιρότητα του έργου της Μουφ, όπως βεβαίως και μιας συγκεκριμένης τάσης της σύγχρονης (ριζοσπαστικής) πολιτικής θεωρίας που καθορίζεται από το πρόταγμα της «ριζοσπαστικής και πλουραλιστικής δημοκρατίας»3, νομίζω πως θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να αποτολμήσουμε μια σύντομη, σχηματική εισαγωγή στο εννοιολογικό/ορολογικό σύμπαν και σε ορισμένα βασικά πυρηνικά στοιχεία που συνθέτουν την επιχειρηματολογία της Μουφ.
   Έχουμε να κάνουμε με ένα έργο λοιπόν για την υπεράσπιση των αμφισημιών και των παραδοξοτήτων της σύγχρονης δημοκρατίας, που ασκεί κριτική τόσο στο φιλελεύθερο «νεο-συμβολαιακό μοντέλο» της δίκαιης κοινωνίας του Τζον Ρωλς, όσο και στο «διαβουλευτικό μοντέλο» δημοκρατίας του Γιούργκεν Χάμπερμας4, αλλά και στον Τρίτο Δρόμο που ευαγγελίζονται ο Άντονι Γκίντενς και ο Ούλριχ Μπεκ 5. Ωστόσο, τα «βέλη» της κριτικής της Μουφ κατευθύνονται εξίσου και προς τις νεο-μαρξιστικές προσεγγίσεις (βλ. Χαρτ και Νέγκρι, ή Βίρνο) που προτάσσουν το όραμα μιας «απόλυτης δημοκρατίας» και την άνοδο του «αμεσοπολιτικού», παρακάμπτοντας με διαφορετικό τρόπο την ανεκρίζωτη διάσταση του ανταγωνισμού στις ανθρώπινες κοινωνίες και προβάλλοντας έτσι μιαν ακόμη όψη του μεταπολιτικού οράματος6. Η προσήλωση στη συναίνεση και η απομάκρυνση από τη συγκρουσιακή διάσταση της πολιτικής με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, όπως υποστηρίζει η Μουφ, εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη δημοκρατία. Η διολίσθηση για παράδειγμα διαφόρων ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων τα τελευταία χρόνια προς τον χώρο του (νεο)φιλελεύθερου κέντρου7 έχει αφήσει ανοιχτό τον χώρο για την άνοδο της λαϊκιστικής ακροδεξιάς, άνοδος που σε πολλές περιπτώσεις συνοδεύεται από ξενοφοβία, ρατσισμό, βία και όχι μόνο.
   Η δημοκρατία, σύμφωνα με τη Μουφ, πρέπει να γίνεται κατανοητή ως η νομιμοποίηση και μετουσίωση του πολιτικού ανταγωνισμού, και όχι ως ένα σύστημα επίτευξης συμβιβασμών και «μέσων λύσεων», ως ένα σύστημα παραγωγής συναινέσεων —ούτε βεβαίως και ως ένα σύστημα του οποίου την απόλυτη πραγμάτωση, ένα τελικό «κλείσιμο», θα έπρεπε να περιμένουμε ή/και να επιδιώκουμε. Η συναίνεση (τουλάχιστον με την τρέχουσα ηγεμονική μορφή της) στην πολιτική χαρακτηρίζεται ως ανεπιθύμητη, αφού «η Δημοκρατία νομιμοποιεί τον πολιτικό ανταγωνισμό και ποτέ δεν υπόσχεται την τελική του επίλυση»8, μιας και η τελική του επίλυση συνεπάγεται και την έξοδο από το πολιτικό, την αυτοδιάψευση της Δημοκρατίας. Τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τη Μουφ η (σοσιαλιστική και σοσιαλδημοκρατική) Αριστερά έχει συμφιλιωθεί με τη σημασία του πλουραλισμού και των φιλελεύθερων δημοκρατικών θεσμών, αλλά ταυτόχρονα εγκατέλειψε και κάθε προσπάθεια μετασχηματισμού της κυρίαρχης ηγεμονικής τάξης (order)9. Αντιθέτως έχει μετατραπεί σε «καλολαδωμένο γρανάζι» της τάξης αυτής. Και οι συνέπειες αυτής της μετακίνησης: θεοποίηση της συναίνεσης, εξασθένιση της διάκρισης Αριστερά-Δεξιά, μετακίνηση προς το κέντρο, ατόνηση ή/και δαιμονοποίηση του πολιτικού ανταγωνισμού. Και το βασικό ερώτημα επομένως που προκύπτει σύμφωνα με τη Μουφ είναι το εξής: Πώς θα μπορούσε η πολιτική θεωρία να συμβάλει στην υπέρβαση του τωρινού αδιεξόδου;
   Εκείνο που αντιπροτάσσει είναι αυτό που ονομάζει «αγωνιστικό πλουραλισμό» (agonistic pluralism), τον οποίο συγκρίνει και αντιπαραβάλλει με τις διαφορετικές μορφές του «διαβουλευτικού μοντέλου» δημοκρατίας (deliberative democracy), που περιγράφονται στα έργα των Ρωλς και Χάμπερμας, όπως και σε οποιαδήποτε θεωρία «τρίτου δρόμου» (Γκίντενες-Μπεκ) και θέτει απέναντι στο όποιο συναινετικό-διαχειριστικό μοντέλο εν γένει...

Γιώργος Κατσαμπέκης

Περιοδικό "Ένεκεν"