Σε λίγο η αίθουσα ερημώθηκε, ησύχασε. Μόνο, πότε πότε, ακουγόταν πάνω στη σκηνή ένα ανεπαίσθητο σούρσιμο ανάμεσα στις κουρτίνες
Τάκης Κουφόπουλος
"Ο ηθοποιός"

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Imagine Project


Dave Matthews,  Seal, Pink, Jeff Beck, the Chieftains, Toumani Diabete, Wayne Shorter, Chaka Khan είναι μόνο μερικοί από τους καλλιτέχνες που συμμετέχουν στο καινούργιο album του Herbie Hancock με τίτλο 'Imagine Project'.
Ο ίδιος ο Hancock δηλώνει ότι είναι ο πιο «σκληρός» δίσκος που έχει κάνει κι όχι μόνο μουσικά , τονίζοντας ότι όλη η διαδικασία των ηχογραφήσεων ήταν αρκετά επίπονη, αφού γινόταν σε πολλά διαφορετικά μέρη ανά τον κόσμο.
Ο δίσκος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων διασκευές του Dylan, των Beatles και του Lennon, του Peter Gabriel.



O Herbert Jeffrey "Herbie" Hancock από τις σημαντικότερες μορφές της τζαζ. 

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

Συννεφοεπιλογή



ένα παράξενο δάσος, με δωμάτια και πόρτες
χέρια που μαζεύουνε τα βήματά μας, σιωπή
κάτι λικνίζεται, ίσως είναι οι ψυχοκόποι
ίσως είναι το σήμερα μες στα καλάμια
παράξενο δάσος, τόσα ξοπίσω μας παιδιά
γυρνάμε κι ανταμώνουμε
εμάς, στα βήματά μας
παράξενο δάσος, τόσα ξοπίσω μας παιδιά
γυρνάμε κι ανταμώνουμε
εμάς, στα βήματά μας
κάποιοι χορεύουνε και το δάπεδο είναι η φλούδα μου
εκεί πλάι στους κροτάφους
εκεί το βράδυ αφήνω ένα λευκό χαλίκι να κυλήσει
μήπως το βρουν μήπως σκοντάψουν
εκεί πλάι στους κροτάφους
κάποιοι χορεύουνε σκίζουνε τη φλούδα
χορεύουνε και γίνονται χαλίκια


ήρθε και λεγόταν καιρό ότι θα φθάσει. κάτι άδολο που με διέγειρε και πλησίασα πρώτος. πλησίασα αρκετά ώστε να μπορεί να διακρίνει τα χαρακτηριστικά μου. κι ύστερα μπορούσε να μου κρατήσει το χέρι αν ήθελε. κοντοστάθηκα έτσι συγκεντρώνοντας την προσοχή μου στο να μην κάνω θορύβους με το σώμα μου. ήρθε και πρόλαβε να μου πει κάτι μα το έχω ήδη ξεχάσει. έκανα να ψηλαφίσω μα προτίμησα ν’ απομακρυνθώ. ένα βήμα πίσω και γύρισα την πλάτη μου. ένα τρίξιμο κι έβηξα με δύναμη. έβηξα άλλη μία για σιγουριά. έκλεισα τα μάτια κι ένα ξαφνικό ρεύμα αέρα έτρεξε στον λαιμό μου.

Τεφλόν

Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

Matthew και Shirley

Δεν μπορεί, σκέφτηκα,
σ’ αυτό το σπίτι που αναπνέει δύσκολα
θα υπάρχει ένα βρέφος
που θα πασαλείφει τα χεράκια του με κρέμα
κι έπειτα θα σκουπίζει επάνω του
την ένδεια
που συγκρατεί μαζί την οικογένεια·

θα εξιστορείται εδώ
μια νεαρή γυναίκα, όμορφη ίσως
αλλά και πρώιμα κουρασμένη
από την γκρίνια του βιοπορισμού,
από τον έρωτα
στα μπροστινά καθίσματα ενός αυτοκινήτου.

Έτσι έγινε
και σ’ επινόησα
μια μέρα θεραπεύσιμη
που μύριζε ρυζόγαλο
και ξέβραζε κουβέντες και καβγάδες και στοργή
— μια ολόκληρη ζωή σ’ ελάχιστες στιγμές,
ώσπου να προσπεράσω
τις εργατικές ξεδοντιασμένες κατοικίες.

Δεν ήταν δύσκολο,
σε πήρα και σε εγκατέστησα
απέναντί μου
για να ’χω επιτέλους κάποιον
να λυπάμαι, να ζηλεύω
κάποιον με μυστική ζωή
που να μην είναι τόσο ευάλωτη
στη μνήμη.

Πεζόμορφα κείμενα που διασταρώνονται με την ποίηση και αντανακλούν τη σκληρή καθημερινότητα μιας κλειστοφοβικής κοινωνίας. Ταξίδια στο σήμερα που συνομιλούν με το χθες μέσα από όνειρα, επιθυμίες και ανεκπλήρωτους έρωτες.
Ο Μάθιου είναι ένα αγόρι χωρίς ηλικία. Η Σίρλεϋ ένα κορίτσι άλλης εποχής, που ευωδιάζει ήλιο και στάχυα, ή αλλιώς η τραβεστί της διπλανής πόρτας. Εκείνη που κατοίκησε το σπίτι της γριάς μετά τον θάνατό της. Υπάρχει η γειτονιά, η εγγύτητα με τον άλλον, η αναγκαστική δημόσια θέα των σωμάτων και των αισθημάτων, η βάρυνση που προκαλούν τα ξένα και μαζί οικεία κακά. Υπάρχει το σπίτι, κατοικημένο από ιδεώδεις κατασκευές που αποσυντίθενται και κονιορτοποιούνται στην επαφή τους με την πραγματικότητα. Υπάρχει ο εαυτός που είναι πάντα ένας άλλος, ένας ξένος ανάμεσα στους ξένους, τους απάτριδες, τους συνοικούντες, έκθετος σε φλογερά φιλιά και δάκρυα ζεστασιάς κι απελπισίας.
Τιτίκα Δημηρούλια

 Υστερόγραφο
I.
Η γριά πέθανε αθόρυβα το φθινόπωρο του 2001, στο δια­μέρισμά της, κοντά στην πλατεία Βικτωρίας. Οι γείτονες ισχυρίστηκαν πως κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά γιατί τους ξύπνησε, μέσα στη νύχτα, ένα επίμονο βούι­σμα εντόμων — απολύτως μελωδικό, ωστόσο. Ένα πρεζό­νι, μάλιστα, ορκίστηκε πως άκουσε ψαλμωδίες από βουητό μελισσών και, μες στη μαστούρα του, πίστεψε ότι πέ­θαινε.
Χρειάστηκε η επέμβαση της αστυνομίας για να ανοίξει η πόρτα του διαμερίσματος. Η γριά έμενε μόνη και δεν δε­χόταν σχεδόν καθόλου επισκέψεις. Ιατροδικαστική εξέ­ταση δεν έγινε, καθώς η ανακοπή ήταν μια πειστικότατη αιτιολογία θανάτου.
II.
Το σπίτι ξεκουράζεται / κάθε που οι ένοικοι αλλάζουν / δέρ­μα / σαν ερπετά / ή μήπως είναι αυτό το ερπετό / που αλλά­ζει χρώμα και πνοή / ανάλογα με τους ενοίκους ; / όμως δεν πρόκειται για σπίτι-μου-σπιτάκι-μου / ένα απλό διαμέρι­σμα / προορισμένο να στεγάζει τα σπαράγματα / μιας δια­φορετικής κάθε φορά / φυσιολογίας.
III.
Στις κουρασμένες συνοικίες του κέντρου — τις συνοικί­ες των κοινωνικών και οικονομικών μεταναστών, των εκ­κεντρικών δημιουργών, των ξεπεσμένων αριστοκρατών, των εταίρων και των πρεζονιών, των συνταξιούχων αστών, των εκούσια και ακούσια περιθωριακών, των τυχαίων και περαστικών… — ακόμα και ο θάνατος βολεύεται στη δια­φορά. Λέγεται, μάλιστα, πως όσοι προτιμούν να ζουν εδώ είναι γιατί τους κατατρύχει η κανονικότητα της μνήμης.
ΙV.
Πέρασαν μήνες δίχως ν’ ακουστεί τίποτα. Εργάτες ήρθαν να ανακαινίσουν το διαμέρισμα. Κάθε αναπνοή τους έσβηνε ένα χνώτο της γριάς, κάθε τους γέλιο έσβηνε ένα κλά­μα της. Κι εκείνη ακριβώς την εποχή, εγκαταστάθηκε στο διπλανό διαμέρισμα μια τραβεστί. Της έμοιαζε καταπλη­κτικά. Σαν δυο σταγόνες απ’ το ίδιο αίμα. Το όνομά της ήταν Shirley.
V.
Υπάρχει μια τρέλα που δημαγωγεί τις αισθήσεις μας. Στο αποκορύφωμα αυτής της παράνοιας, η Shirley, ο Mathew και η γριά ταυτίζονται. Γίνονται ένα πλάσμα· άφυλο ή ερ­μαφρόδιτο· χωρίς ηλικία. Άλλωστε ο χρόνος καθορίζεται από την απόσταση — που παίρνουμε ή μας δίνεται — από την ιστορία μας. Όσο για το φύλο, αυτό κι αν αποτελεί μια παραβολή για την αρχιτεκτονική της κοινωνικής μας μνή­μης. Μιας μνήμης που μας καθορίζει, όμως, όσο και η άλ­λη, η ιδιωτική, εκείνη που επιμένει να κρατά το κμα με περισπωμένη· που αποδίδει στη γυναίκα γη και θάλασσα και, με το ίδιο δίκαιο, στον άνδρα άνθρωπο και λόγο.
Απο.πειρατές 
 

Ο Matthew και η Shirley (στην ομώνυμη ποιητική σύνθεση της Χριστίνας Οικονομίδου) μοιάζει να έχουν επινοήσει ο ένας την ύπαρξη του άλλου στην απεγνωσμένη προσπάθειά τους να δημιουργήσουν μιαν έστω σαθρή ή κι ανυπόστατη σχέση, μιαν άλλη πραγματικότητα, ικανή να τους απεγκλωβίσει από την ωμή καθημερινότητα της ζωής. Ο ένας τους ξυπνάει στον λήθαργο του άλλου και μοιράζονται την κοινή τους ζωή σ’ ένα παιχνίδι ταυτοτήτων όπου κανείς δεν ξέρει ποιος είναι κάθε στιγμή (ούτε καν ο αφηγητής που επινοεί τα πρόσωπά τους και με τις αλλεπάλληλες παρενθέσεις αναιρεί κάθε υπαρξιακή βεβαιότητα), για να φτάσουν στο τέλος της ιστορίας στην ταύτιση με τη μορφή της γριάς γυναίκας που πεθαίνει και να γίνουν «ένα πλάσμα· άφυλο ή ερμαφρόδιτο· χωρίς ηλικία», γνωρίζοντας πως «δεν θα ήμασταν ποτέ, αν δεν υπήρχαν κάποιοι να αφηγηθούν την ιστορία μας». Γιατί και ο έρωτας και η ζωή και η ύπαρξη, φαίνεται να λέει η ποιήτρια, δεν είναι παρά μια επινόηση.
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος



Θα πεθάνω, είπε,
Κι ύστερα φόρεσε 
Ένα μακό κι ένα τριμμένο τζιν
Και βγήκε έξω.

Ο αέρας έσερνε τα φύλλα
Στο μπαλκόνι, στους δρόμους σκόνη
Με μεγάλωνε,
Σαν να' μουν δέντρο
Άγνωστης φυλής....

Η Χριστίνα Οικονομίδου γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε oικονομικές επιστήμες στο Μόναχο και την Αθήνα. Γράφει, μεταφράζει και επιμελείται λογοτεχνικά και θεωρητικά κείμενα, ενώ άρθρα, κείμενα και βιβλιοκρισίες της δημοσιεύονται τακτικά στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο. Είναι η αρχισυντάκτρια στην εκπομπή για το βιβλίο "Άξιον Εστί" του Βασίλη Βασιλικού και διευθύνει το μηνιαίο free press περιοδικό για το βιβλίο "Index" (όπου συνυπογράφει, μεταξύ άλλων, τις σελίδες με τίτλο "Βιτρίνα"). Διδάσκει, επίσης, δημιουργική γραφή στο Μικρό Πολυτεχνείο. Έχει εκδώσει τα βιβλία ποίησης, "Η γυναίκα και το δέντρο της σιωπής/Μύθοι και ωδίνες" (Απόπειρα, 1994), "Χειρονομίες της αισθητικής" (Απόπειρα, 1997) και "Matthew και Shirley" (Απόπειρα, 2009). Διηγήματά της περιλαμβάνονται στις συλλογές "Κοκτέιλ μολότοφ" (Κοχλίας, 2003) και "Νάνι, τ' άνθι των ανθώ: Ωδή στη μητέρα" (Ίνδικτος, 2005).
https://www.perizitito.gr/images/A/5776.jpg


Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Μετακύληση...



Εσύ είσαι το τυχερό μου αστέρι
Όλη η φύση κι ο κόσμος το ξέρει
σαν μας βλέπουν μαζί αγκαλιά
Η μοίρα μου μ' έστειλε στα βηματά σου
ζω μονάχα για να 'μαι κοντά σου
ν' αναπνέω να νιώθω ζωή

Δικά σου όλα τ' άνθη που βλέπω στους δρόμους
Δικά σου τα γλυκά πρωινά αυτού του κόσμου
Για σένα είν' η πρώτη βροχή του Χειμώνα
Για σένα ανθίζουνε κόκκινα ρόδα

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Πέραν του απείρου

Η τετραγωνική ρίζα, ένα σύμβολο πραγματικά μεγαλόψυχο, αυτό που χωρίς καμιά διάκριση προσφέρει καταφύγιο σε κάθε αριθμό κάτω από τα φτερά του.
http://www.biblionet.gr/images/covers/b155830.jpg 
Ένα πολύ τρυφερό και πρωτότυπο μυθιστόρημα που αποκαλύπτει τη μαγεία των μαθηματικών, μέσα από την  περιπλάνηση στο δάσος των αριθμών και την ανθρώπινη φιλία.
Ένας εξηντάχρονος καθηγητής μαθηματικών με ουσιαστική έπτωση μνήμης, καθώς η συσσωρευτική του μνήμη σταμάτησε αρκετά χρόνια πριν μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Η μνήμη του μοιάζει με ταινία διάρκειας μόλις 80 λεπτών. Είχε σπουδάσει τη Θεωρία των Αριθμών στο Κέμπριτζ και ήταν καθηγητής πανεπιστημίου στην Ιαπωνία.
Καθώς ο καθηγητής συνδέεται φιλικά με την οικονόμο του και τον γιο της μέσα από τις σελίδες της Ogawa  ξεπηδούν κεφάλαια της θεωρίας των αριθμών μ' έναν απλό και μαγικό τρόπο. 
Ο καθηγητής μελετά και μάλιστα δεν θέλει να τον διακόπτουν 
 
"Όταν μ' ενοχλούν την ώρα που σκέφτομαι μού είναι πιο οδηνυρό και απ' το να με στραγγαλίζουν. Να εισβάλετε κατ' αυτόν τον τρόπο ενώ εγώ βρίσκομαι σε ερωτική συνεύρεση με τους αριθμούς είναι εξίσου απρεπές με το να με κοιτάζετε ενώ βρίσκομαι στην τουαλέτα"
Ο φανταστικός αριθμός που απέκτησε τον δικό του «παγκόσμιο» συμβολισμό με το γράμμα i τον 18ο αιώνα ύστερα από πρόταση του Euler είναι για τον καθηγητή
Ένας  αριθμός πολύ ντροπαλός, που δεν τον συναντάμε σε μέρη όπου θα μπορούσε να είναι ορατός, κατοικοεδρεύει όμως κανονικά στην καρδιά μας και στηρίζει τον κόσμο με τα μικρά του χεράκια.
[numbers.gif]
Ακόμη και η παράδοξότητα του
eiπ + 1 = 0
  μέσα απο την συγκατοίκηση των πέντε σημαντικότερων αριθμών των μαθηματικών, '0', ο '1', ο 'π', ο 'e' και 'i' αποκτά άλλη διάσταση.
Μια "διδακτική των μαθηματικών" ως μέθοδος πραγματικά αποτελεσματική μιας και αποδεικνύει πως είναι δυνατόν να διδαχτεί οτιδήποτε σε οιονδήποτε, αρκεί να διδαχτεί με την κατάλληλη μέθοδο.
Ένα ακόμη παράξενο που συνέβαινε με τη διδασκαλία του καθηγητή ήταν η γεναιόδωρη χρήση της φράσης "δεν ξέρω". Το να μην ξέρει δεν ήραν κάτι ντροιαστικό, αλλά απλώς ο οδοδείκτης μιας καινούργιας αλήθειας. 
Τούτο το βιβλίο είναι απαράμιλλα πρωτότυπο- όπως σημείωσε και ο αμερικανός συγγραφέας Πολ Οστερ- και απέραντα γοητευτικό, χωρίς να χρησιμοποιεί τεχνάσματα της μεταμοντέρνας γραφής, χωρίς να πατάει σε μια γραφική ατμόσφαιρα, χωρίς να διαθέτει το σασπένς άλλων μυθιστορημάτων της δημοφιλούς μαθηματικής λογοτεχνίας. Με κλειδί την ομορφιά των μαθηματικών, η Ογκάουα ανοίγει στον αναγνώστη την πόρτα μιας διαφορετικής φιλοσοφίας ζωής, η οποία κατακτάται κάθε μέρα απ΄ την αρχή, σαν άσκηση που επιδέχεται πολλές λύσεις. 
  Μικέλα Χαρτουλάρη Η πρωτότυπη Γιόκο Ογκάουα
 http://www.femina.hr/images/articles/images/2009/yoko_ogawa.jpg
Η Yoko Ogawa γεννήθηκε το 1962 στην επαρχία της Οκαγιάμα. Αποφοίτησε το 1984 από το Πανεπιστήμιο Ουασέντα του Τόκυο, όπου σπούδασε λογοτεχνία και τέχνες. Ενώ δούλευε σ' ένα ιατρικό Πανεπιστήμιο στην Οκαγιάμα, άρχισε να γράφει νουβέλες. Το 1988 κέρδισε το βραβείο Καϊέν για νέους συγγραφείς με τη νουβέλα της "Όταν σπάζει η πεταλούδα". Η φήμη της μεγάλωσε όταν οι επόμενες δουλειές της - "Ο τέλειος θάλαμος αρρώστων", "Η πισίνα των καταδύσεων", "Το τσάι που δεν κρυώνει" και το "Ημερολόγιο εγκυμοσύνης" - ήταν υποψήφιες η μία μετά την άλλη για το βραβείο Ακουταγκάουα. Το κέρδισε τελικά το 1991, σε ηλικία 29 ετών, για το "Ημερολόγιο εγκυμοσύνης".
Τα αφηγήματα της Ογκάουα χαρακτηρίζουν το βαθύ της ενδιαφέρον για τον κόσμο του πνεύματος -ιδιαίτερα το σημείο συνάντησης των ζωντανών με τους νεκρούς- τα φανταστικά θέματα, ένας αλλόκοτος ερωτισμός και ανομολόγητα συναισθήματα.
Για το βιβλίο της αυτό τιμήθηκε με το μεγάλο βραβείο των Βιβλιοπωλών της χώρας της και το βραβείο της Εταιρείας Μαθηματικών, επειδή αποκάλυψε στους αναγνώστες την ομορφιά του κλάδου τους.
Η μνήμη, η απαραίτη βάση της δημιουργίας των ψυχικών φαινομένων, που επιτρέπει να βάζουμε σε τάξη και να χρησιμοποιούμε το ταυτόχρονο και διαδοχικό χάος  του εξωτερικού και εσωτερικού περιβάλλοντος τυραννά τις αισθήσεις της, συμβάλλει δυναμικά στην οργάνωση και σταθεροποίηση της συσσωρευμένης ατομικής εμπειρίας. 

Ό,τι με πληγώνει


Έχω στόμα δύσκολο,
δε θέλω το φιλί.
Θέλω το μέλι να κρατά
στη μέση το κεντρί...

Ό,τι με κεντά,
ό,τι με πληγώνει,
αυτό με αγαπά,
αυτό με δυναμώνει!

Έχω στόμα δύσκολο,
βλέμμα απατηλο.
Το ρόδο με το αγκάθι
στα χείλη μου φορώ...

Μάτωσαν τα χείλη μου,
έπαψα να μιλώ...
Έσκυψα παραδόθηκα,
διπλά σε αγαπώ...

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

Ο άνθρωπος μόνος

http://www.biblionet.gr/images/covers/b139290.jpg
Είμαι ανεβασμένος σε μια σκάλα
και κοιτώ τον κόσμο
πίσω από το φράχτη.
Σκοπεύω για τους συνανθρώπους μου
τούτης της όχθης
της άλλης να φωτογραφίσω τα μεράκια
ό,τι κινείται δηλαδή με σχετική ζωηράδα:
καΐκια φευγαλέα φώτα γιορτών πλοίων
σεκλέτια αφραγκίες και μεζεκλίκια
ανθρώπους αξεδιάλυτους των μπαρ
τους ίδιους καθώς τρέχουν να κρυφτούν
σε υπόστεγα θυέλλης κηδειών γάμων
πολιτικής αντάρας
κι άλλα
της οπτασίας
της Ιστορίας
τρεχάτα γεγονότα
αλλά πάνω στη σκάλα
σα να τα βλέπω τώρα επί ματαίω
τρέμουν τα γόνατα
και πρέπει να κατέβω
μ΄ένα μονάχα δίλημμα:
ήταν η σκάλα μου ασταθής
ή οι εικόνες άστατες
και δεν φωτογραφίζονται.

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Η μελαγχολία των αναμνήσεων

http://www.biblionet.gr/images/covers/b154475.jpg
"Καθόμουν σ' ένα τραπέζι κοντά στην ανοιχτή μπαλκονόπορτα, είχα απλώσει γύρω μου τα χαρτιά και τις σημειώσεις μου και συνέδεα γεγονότα που απείχαν πολύ μεταξύ τους, άλλα μου φαινόταν ότι ήταν της ίδιας τάξης". Η φράση, γραμμένη σ' ένα από τα τέσσερα διηγήματα αυτού του τόμου, προδίδει μόνο λίγα από την πλούσια γλώσσα των κειμένων - γλώσσα που σου κόβει την ανάσα με την ομορφιά της και αναδεικνύει τον Ζέμπαλντ σ' ένα σπουδαίο λογοτέχνη. Είναι όμως ενδεικτική του εκπληκτικού τρόπου με τον όποιο ο συγγραφέας συνδυάζει αυτοβιογραφικά στοιχεία, αναμνήσεις από την παιδική του ήλικία, ταξιδιωτικές διηγήσεις, ακόμη και φωτογραφικά τεκμήρια με τους βίους και τις εμπειρίες άλλων συγγραφέων και τα υφαίνει όλα σε έναν αινιγματικό και περίτεχνο καμβά. Πλάι στον Γάλλο μυθιστοριογράφο Άνρι Μπέλ, γνωστό ως Σταντάλ, ο συγγραφέας νιώθει έναν δεσμό που ξεπερνά τον λογοτεχνικό θαυμασμό κυρίως με τον Φράντς Κάφκα, του οποίου ο αγαλήνευτος νεκροζώντανος κυνηγός Γράκχος στοιχειώνει και τα τέσσερα διηγήματα. Η μελαγχολία είναι το στοιχείο που έλκει τον Ζέμπαλντ στους δύο αυτούς συγγραφείς και την αντιπαραθέτει στις δικές του εμπειρίες, γιατί όπως και ο ίδιος ο άφηγητής, έτσι και ο Σταντάλ και ο Κάφκα υπάκουαν σε παρορμήσεις, ένιωθαν κυνηγημένοι από όνειρα, προαισθήματα και "αισθήματα ιλίγγου".

Ακολουθώντας τα χνάρια του Σταντάλ, του Κάφκα, του Καζανόβα, σε ένα ιλιγγιώδες παιχνίδι με ίχνη και σωσίες που ταξιδεύουν στην Ιταλία και στη Γερμανία της παιδικής του ηλικίας, ο W.G. Sebald ανακαλύπτει τις ρίζες και τις σχέσεις της δικής του μελαγχολίας.

Ο Sebald , ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς της γερμανόφωνης λογοτεχνίας καταγράφει μέσα από το αίσθημα του ιλίγγου που σού προκαλεί η ζωή και το βίωμα του χρόνου το πεπερασμένο της ύπαρξης και το αφθαρτο των αισθημάτων, τα οποία σε σημαδεύουν ακόμη και αν η ρίζα τους βρίσκεται στο μακρινό παρελθόν. Η συνάντησή του με τη μελαγχολία τριών συγγραφέων, μέσα από τις δικές του αναμνήσεις και κυρίως την απουσία της δράσης δημιουργεί εικόνες αποτυχημένης διαφυγής.
http://sebald.files.wordpress.com/2009/05/sebald.jpg
κι εδώ: http://diarryexcerpts.blogspot.com/2007/07/if-people-were-more-preoccupied-by-past.html

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

Η ταπείνωση

http://www.biblionet.gr/images/covers/b153140.jpg
Ο 65χρονος ξεπεσμένος πια ηθοποιός του θεάτρου Σάμον Άξλερ, με το μεγάλο φαλακρό κεφάλι και το δυνατό, τριχωτό κορμί πυγμάχου, έχει ήδη χάσει το ταλέντο και την αυτοπεποίησή του.  Τελευταία σανίδα σωτηρίας του εμφανίζεται ο έρωτας, που σαν μια αυταπάτη, αντί να λειτουργήσει λυτρωτικά δεν  τον αποτρέπει από την πτώση.
Ασκήσεις μνήμης των συγκινήσεων που τελικά σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα, το πέρασμα του χρόνου και τη συνακόλουθη παρακμή και κατάρρευση.

Μεταφράζοντας πρόσφατα το τελευταίο μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ «Ταπείνωση», ομολογώ ότι αισθάνθηκα κάποιο δέος μπροστά στην ωμότητα των σεξουαλικών περιγραφών. Προσοχή: δέος, όχι αποστροφή ή ενόχληση. Δέος από την επιμονή του Ροθ να υπερασπίζεται την απερίφραστη σεξουαλική διατύπωση ακόμη και στα εβδομήντα πέντε του και να υπογραμμίζει ό, τι διακρίνει το ερωτικό από το πορνό –κυρίως ότι το πρώτο έχει να κάνει με την αμοιβαιότητα, ενώ το δεύτερο με την επικυριαρχία. Δέος από την τόλμη του να διατρανώνει ακόμη την πεποίθησή του ότι το σεξ είναι ο πιο ειλικρινής δεσμός, τα σώματα η μόνη αλήθεια και η συνομιλία τους, η μόνη αισθητική.
Κατερίνα Σχινά
Στην κορύφωση του ερωτικού παροξυσμού ίσως ξαφνιαστούν οι αναγνώστες των παλαιότερων μυθιστορημάτων του Ροθ, αλλά ας αναλογιστούν ότι ακόμη και ο νεαρός Πόρτνοϊ μεγαλώνει και η πάθηση μεταλλάσσεται. Οι συνευρέσεις του ζεύγους κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν πορνό, κάτι που αναλογίζεται και ο Σάιμον, στο βάθος των ερωτικών ακροτήτων όμως κρύβεται η αντίσταση στο γέρμα της ζωής και στο γέρασμα του χρόνου, η απαγορευμένη φαντασίωση που γονιμοποιεί νέες ταυτότητες και ρόλους. Οι εραστές αποδέχονται τη μεταμόρφωση, την εναλλαγή, την ταύτιση
Μανώλης Πιμπλής 
Είχε χάσει τη δύναμη να σαγηνεύει 

http://3.bp.blogspot.com/_ZHTu7oioFhA/S1mnnDrrN0I/AAAAAAAAAA4/2tdujLgq4GQ/s320/Phillip+Roth.jpg
Ο Philip Roth, ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή αμερικανούς συγγραφείς, γεννήθηκε το 1933 στο Νιούαρκ του Νιού Τζέρσεϊ. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στα Πανεπιστήμια του Bucknell και του Σικάγο. Διετέλεσε καθηγητής της συγκριτικής λογοτεχνίας στα πανεπιστήμια του Πρίνστον, της Νέας Υόρκης (Hunter College) και της Πενσυλβανίας. Διηύθυνε τη σειρά "Συγγραφείς της άλλης Ευρώπης" στις εκδόσεις Penguin και γνώρισε στο αμερικανικό κοινό συγγραφείς όπως ο Bruno Schulz και ο Μίλαν Κούντερα.
Το πρώτο του βιβλίο «Αντίο Κολόμπους» εκδόθηκε το 1959 και συνεχίζει να γράφει μέχρι σήμερα, έχοντας κερδίσει πολλά λογοτεχνικά βραβεία και μεγάλη αναγνώριση από κοινό και κριτικούς.
Είναι ο αγαπημένος συγγραφέας της αμερικανικής κριτικής, αλλά και ο αγαπημένος συγγραφέας των συγγραφέων. Έχουν γραφεί τόνοι περισπούδαστων κριτικών δοκιμίων που ψαύουν το έργο του αναζητώντας αυτοβιογραφικές ουλές. Αυτό τον εξοργίζει. Οι σχολιαστές εξακολουθούν να διαβάζουν τα βιβλία του με κουτσομπολίστικη περιέργεια. Πολύ συχνά στα μυθιστορήματά του, ο εκάστοτε αφηγητής έχει τα σουσούμια του Ροθ: είναι Εβραίος, κατάγεται από το Νιούαρκ του Νιου Τζέρσι, ονομάζεται Φίλιπ, είναι πεζογράφος κ.ο.κ. Τι άλλο θέλει κανείς, για να προχωρήσει σε συσχετισμούς και αναλογίες; Μάταια ο Ροθ εξανίσταται τονίζοντας: άλλο η ζεστή ζωή και άλλο η μυθοπλασία. Στο κάτω κάτω, το ένα τρέφεται από το άλλο. Κι αυτό το ξέρουν καλά συγγραφείς και αναγνώστες. 
Σοφία Νικολαΐδου 
«Eίστε ο Mαρσέλ Προυστ μας, κύριε Zούκερμαν» 
κι εδώ: Βαρυτική έλξη στο φάντασμα της επιθυμίας του
 Τίλοι στη Βιβλιονέτ:
(2010) Αμερικανικό ειδύλλιο, Πόλις
(2010) Η ταπείνωση, Πόλις
(2009) Αγανάκτηση, Πόλις
(2009) Φεύγει το φάντασμα, Πόλις
(2008) Η αντιζωή, Πόλις
(2008) Το σύνδρομο Πόρτνοϊ, Πόλις
(2007) Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής, Πόλις
(2006) Καθένας, Πόλις
(2006) Ο καθηγητής του πόθου, Πόλις
(2005) Κι ό,τι θέλει ας γίνει, Πόλις
(2004) Ζούκερμαν δεσμώτης, Πόλις
(2004) Κουβέντες του σιναφιού, Πόλις
(2003) Το ανθρώπινο στίγμα, Πόλις
(2002) Το ζώο που ξεψυχά, Πόλις
(2001) Επιχείρηση Σάυλωκ, Πόλις
(2000) Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή, Πόλις
(1998) Το θέατρο του Σάμπαθ, Χατζηνικολή
(1996) Αντίο Κολόμπους, Πόλις
(1996) Η ζωή μου ως άντρα, Πόλις
(1995) Πατρική κληρονομιά, Χατζηνικολή
(1993) Απάτη, Χατζηνικολή
(1984) Το βυζί, Γράμματα
(1980) Η νόσος του Πορτνόυ, Γράμματα


Είναι τα μάτια σου



Η αληθινή αγάπη πολλαπλασιάζεται από την αυθεντικότητά της. Το ψέμμα και η απόκρυψή της ενσταλάζουν το φόβο, την ενοχή, την επιθετική δυσπιστία και τη σβήνουν. Η πρακτική της αλήθεια περιέχει μια αρχή ειλικρίνειας και αλληλεγγύης, η οποία γίνεται αντιληπτή σε οπιονδήποτε αρνείται την αλλοτρίωση του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, της γης. Η αγάπη, που συχνά αποζητάμε να απορρίψουμε και να θέσουμε στην παρανομία, είναι στην πραγματικότητα ένα όπλο ενάντια στην οικονομική απολυταρχία που τολμά να καταλογίζει στους πολίτες την ευθύνη των κοινωνικών ερειπίων, τα οποία προκάλεσαν οι οικονομικές μαφίες.

Raoul Vaneigem
Από το blog.fuctart.gr

Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

Είπα στους φίλους μου

stand by me


When the night has come
And the land is dark
And the moon is the only light we see
No I won't be afraid
No I won't be afraid
Just as long as you stand, stand by me

And darling, darling stand by me
Oh, now, now, stand by me
Stand by me, stand by me

If the sky that we look upon
Should tumble and fall
And the mountain should crumble to the sea
I won't cry, I won't cry
No I won't shed a tear
Just as long as you stand, stand by me

And darling, darling stand by me
Oh, stand by me
Stand by me, stand by me, stand by me

Whenever you're in trouble won't you stand by me
Oh, now, now, stand by me
Oh, stand by me, stand by me, stand by me

Darling, darling stand by me
Stand by me
Oh stand by me, stand by me, stand by me

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Απλή μεταφορά

ΕVAN GRUZIS


Η συγκίνηση αιφνιδιάζει
όταν εμφανίζεται και όταν εξαφανίζεται
όταν τόσο απότομα αρχίζει
όταν τόσο απότομα τελειώνει

Κι εγώ τι περίεργο
ονειρεύτηκα ότι φιλούσαμε ένα κρεμμύδι
χρώματος μπλε
στα στόματα μοιράζαμε καυτά τα δαχτυλίδια
εγώ από τη μια πλαυρά εσύ από την άλλη
βιαστικά το ξεντύναμε
κι αυτό λαίμαργα φαγώθηκε
ώσπου τα χείλη ενωθήκαν

Ξεπροβάλλω
όπως ψηλώνω
τα πρόσωπα λεπταίνουν
Ξεπροβάλεις
όπως ψηλώνεις
οι λαιμοί μακραίνουν
Οι χορδές των τόξων τεντώνονται
τα βέλη τους σκοπεύουν
οι κύκνοι είναι τόσο παράφωνα πουλιά

Πλησίασε
σπάσε τον καθρέφτη
μην τρομάζεις
υπόσχομαι να μη σου τραγουδήσω
μόνο θα σε ακουμπήσω
ίσως σε ανακουφίσω

Κάποτε ένα βέλος σε λάβωσε ύπουλα στην πλάτη
Σήμερα στη θέση του ένα άγριο μανιτάρι μεγαλώνει
Κάθε πρωί γίνεται φανταχτερή ομπρέλα θαλάσσης
και κάθε βράδυ χρυσή πινέζα
που καρφώνεις με φόρα στο κοφτερό κρέας της νύχτας
Τι περιμένεις λοιπόν;
Φέρε άλλον έναν κλόουν στην παρέα μας
και ποιος δε θέλει να χορέψει τα όνειρα
στο πανηγύρι της αστειότητας
λίγο πριν μια ηλιαχτίδα τρυπώσει
κάτω από δυο βλέφαρα κουρτίνες
λίγο πριν ο τρομερός γλύπτης
σμιλέψει ξανά το δαιμονικό σου κορμί
λίγο πριν πετάξεις στο φως με τα ζωύφια
λίγο πριν το μπλε κρεμμύδι ανατείλει

Εμπρός 
πιστέ μου Έρωτα
ξημερώνει
κρύψου βαθιά μες το καβούκι σου
κανένα κέλυφος δεν θα σε σώσει
από το βάρος μιας πατούσας

Τη λιλιπούτεια γυναίκα
δεν την αγγίζεις
δεν μπορείς ούτε να τη δεις
Μόλις σφήνωσε το γοβάκι της
στην κλειδαρότρυπα

Έλα τώρα, μην κλαις
Γέλα!

Mankind Is No Island

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

Γνωρίζω ανέμους που σε έχουν μυρίσει

http://theamapati.files.wordpress.com/2009/08/voukamv.jpg
γνωρίζω ανέμους που σε έχουν μυρίσει
έχουν χαράξει κοινές γραμμές της μοίρας στα χέρια μας
κι είναι τόσο νωρίς ακόμη
μα χορεύω από ελιά σε ελιά σου

παραφυλάμε κρότους δίπλα σε ηφαίστεια
πεταμένοι στο πέλαγος
λες κι είμαστε ερωτευμένοι

είναι το κάθε τι πάνω σου που ψάχνει τη μιλιά του
τα μαλλιά σου που χαϊδεύουν τον αιώνα μας
το βλέμμα σου που μ ε εθίζει
σε αυτές τις εκτάσεις γης που μας φωνάζουν
 και πάντα ένα κομμάτι θάλασσα να μας σώζει

μπαίνω στα βαθιά μα είναι μονάχα για να πάρω ανάσα
 μη φοβάσαι
 δεν μπορεί να υπάρξει τρικυμία
όταν χορεύουμε σηκωμένοι στα μάτια

κι αν όλο λάθη κάνω είναι που τα' χω βάλει με τον ήλιο
γιατί μου πες πως τον αγαπάς πιο πολύ από μένα

πόσα χάθηκαν για εμάς
κλαίω την ανεμώνα που νίκησε το χειμώνα
είσαι κορίτσι που έκλεψε τα ποιήματά μου

μιλάμε λίγο
μα κοιταζόμαστε πολύ
είναι η κοινή μας θλίψη
στα χαλάσματα της ηδονής
οι βουκαμβίλιες που μας πρόδωσαν

μετρημένες κι οι ανάσες
ρισκάρουνε σε κάθε μας χάδι
μα εδώ που είμαστε δεν έχει θάνατο

κι όσο κι αν ψάξει δεν θα μας βρει η πραγματικότητα

θα σε σφίγγω στην αγγαλιά μου μέχρι να σπάσεις
και ερωτικά θα μαζέψω τα κομμάτια σου
να' χω να τα μοιράζω κάθε τόσο στους ανθρώπους

Το πέρασμά σου


Στη ζήση αυτή που τη μισούμε,
στη γης αυτή που μας μισεί,
κι όσο να πιούμε δε σε σβηούμε,
πόνε πικρέ και πόνε αψύ,
πού μας κρατάς και σε κρατούμε

σ αυτήν τη μαύρη γης και ζήση,
που περπατούσαμε τυφλά
κι άνθος για μας δεν είχε ανθίσει
κι ούτε σε δέντρον αψηλά
κρυμένο αηδόνι κελαηδήσει,

ήρθες Εσύ μιαν άγιαν ώρα,
όραμα θείο και ξαφνικό,
και γέμισε ήλιο, ανθόν, οπώρα,
κελαηδισμόν παθητικό
όλ η καρδιά μας, όλ η χώρα.

Αχ! τόσο λίγο να βαστάξει
τούτ η γιορτή κ ή Πασκαλιά!
Έφυγες κ έχουμε ρημάξει
ξανά και πάλι. Η Πασκαλιά
γιατ έτσι λίγο να βαστάξει!

Σάββατο 10 Ιουλίου 2010

Τίποτα άλλο δε θα σου ζητήσω

Τίποτα άλλο δε θα σου ζητήσω
Μόνο λίγο να φυσήξεις
στο ερειπωμένο ιστιοφόρο της μνήμης
Να θυμηθώ
και να σε ταξιδέψω.

Υ.Γ. Έξω βρέχει
Αν σκύψεις
Εδώ που γράφω
Θα ακούσεις…

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

Όλα τα ψέματα


Όλα τα ψέματα πού 'χεις για μένα
στο πρόσωπό σου είναι γραμμένα
πόσο ελαφρύ αχ είναι για σένα
και πόσο βάρος είναι για μένα

Είναι τόσο μπερδεμένα
και στο νου μου μαγεμένα
όσ' ακούω κι' όσα νιώθω
μεσ' απ' το δικό σου πόθο
όσ' ακούω κι' όσα νιώθω
μεσ' απ' το δικό σου πόθο

Μην προσπαθείς να με συγκινήσεις
όταν αρχίζεις τις ερωτήσεις
τι είναι λάθος τι 'ναι σωστό
δε θα μπορούσα να σου το πω

Είναι τόσο μπερδεμένα
και στο νου μου μαγεμένα
όσ' ακούω κι' όσα νιώθω
μεσ' απ' το δικό σου πόθο
όσ' ακούω κι' όσα νιώθω
μεσ' απ' το δικό σου πόθο

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Για το αδύνατο ικανοί


Το ποιο ωραίο μου τραγούδι θα σου πω,
σαν ταξιδιώτης που δε γνώρισε σταθμό.
Σα μεθυσμένος σε μπαράκι,
σαν αλητάκι σε παγκάκι,
σαν ισοβίτης που κοιτά τον ουρανό.
Μια νύχτα έσπασε η βιτρίνα της γιορτής,
και οι εκπτώσεις μας αρχίσανε νωρίς.
Κι είπες δεν είμαι για πολλά,
ποτάμι η αγάπη και περνά,
κι ύστερα έστριψες στου δρόμου τη γωνιά.

Να μ’ αγαπάς σα να πηγαίνεις σινεμά,
έλα να παίξουμε τον έρωτα ξανά,
ξέρω τα μυστικά του, έλα.
Να μ’ αγαπάς σαν να πηγαίνεις σινεμά,
έλα να παίξουμε τον έρωτα ξανά,
σαν τελευταίοι Μοϊκανοί για το αδύνατο ικανοί
και για την τρέλα.

Το ποιο ωραίο μου τραγούδι θα σου πω,
σαν ναύτης ξέμπαρκος σε τόπο μακρινό.
Σαν μάτι φάρου σ’ ακρωτήρι,
σαν ναυαγός σ’ ένα ποτήρι,
πουλί Φλαμίνγκο κάπου στον Ατλαντικό.
Εσύ τα βράδια στο πανόραμα γυρνάς,
για κάποιο όραμα χαμένο να μιλάς.
Κι εγώ που βάφτισα παρόν,
το μέλλον και το παρελθόν,
σε προσκαλώ στο φεστιβάλ των κυνηγών.

Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Ντρέπομαι


Περπατάμε
στο μεγάλο κήπο μας.
Ο ένας τον άλλο ακουμπάμε
με ερεθίζουν τα φιλιά μας
ντρέπομαι όμως να του πω ''αγάπη μου''

Γιατί; Γιατί;

-Τι θα φάμε το βράδυ;
-Κάτι ελαφρύ με λίγο λάδι
Ντρέπομαι όμως να του πω ''αγάπη μου''

Γιατί; Γιατί;

Κοιτάζω προς τα εκεί.
Ικετεύω ένα καναρίνι
το αεράκι διαπερνώντας
την αγριοτριανταφυλλιά μας
μου ψιθυρίζει πώς να του πω το ''σ`αγαπώ''.

Στην αγκαλιά μας
στα φιλιά μας
στον έρωτά μας.

Τρίτη 6 Ιουλίου 2010

Ακίνητη βροχή

http://2.bp.blogspot.com/_fINWv1OrDuY/SxDpbQ0OFcI/AAAAAAAAAJU/hHPhaGaCRqI/s1600/broxh.jpg
Εκεί που 
είχαμε λιακάδα
άλλαξε ξάφνου ο καιρός
στα μάτια σου

σαν ξένα
περιβόλια που
δεν περνάς τα σύρματα
σαν άγνωστες οπώρες
στάζουν ακίνητη
βροχή
και καθηλώνεται
το μεσημέρι
τροχός που παύει
να γυρίζει.

Δεν επιστρέφουν 
οι χαρές
δεν ανταποκρίνονται
οι μέρες
κάτι συνέβη
και μαράθηκαν
τα λόγια
κομμένα δροσερά
κρινάκια
σκορπίσανε
στο πρώτο φύσημα
μιας ανομβρίας.

Έρχονται 
χάρτινα πουλιά
βουλιάζουνε στη θάλασσα
απορροφούνε όλο το γαλάζιο
της επιθυμίας.

Εδώ, μου λες,
δεν είναι τόπος 
να πετάς

και χάνεσαι
στα κίτρινα σκοτάδια
μιας ρωγμής
που πέρασε ανάμεσά μας.

Απέναντι τώρα 
στεκόμαστε.













Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

Αγγελίες

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiHdYmOnG_VvXFh9jjv1hbyHWNdIcYcfmVSuSjY_ByNr38FV-b0HkKSN0fJQz9hIjhQHVZ4qcLTXTsI5um2JueZqajlBwWthBN8QO8gRMlbfenGDW_Ou8v1aR5VGjo71S7JJMyQJoP-RV8/s400/%CE%B1%CF%80%CF%8C%CE%B3%CE%BD%CF%89%CF%83%CE%B7.bmp
Διατίθεται ἀπόγνωσις
εἰς ἀρίστην κατάστασιν,
καὶ εὐρύχωρον ἀδιέξοδον.
Σὲ τιμὲς εὐκαιρίας.
Ἀνεκμετάλλευτον καὶ εὔκαρπον
ἔδαφος πωλεῖται
ἐλλείψει τύχης καὶ διαθέσεως.
Καὶ χρόνος
ἀμεταχείριστος ἐντελῶς.
Πληροφορίαι: Ἀδιέξοδον
Ὥρα: Πᾶσα.
Η Κική Δημουλά γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα. Εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος επί είκοσι πέντε χρόνια, από το 1949-1974. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1952 με την ποιητική συλλογή "Ποιήματα" που μετά από λίγο απέσυρε η ίδια από την κυκλοφορία. Παντρεύτηκε τον ποιητή Άθω Δημουλά, το 1954, και απέκτησε μαζί του δύο παιδιά. Έχει εκδώσει έντεκα ποιητικές συλλογές ("Έρεβος", 1956, "Ερήμην", 1958, "Επί τα ίχνη", 1963, "Το λίγο του κόσμου", 1971, "Το τελευταίο σώμα μου", 1981, "Χαίρε ποτέ", 1988, "Η εφηβεία της λήθης", 1994, "Ενός λεπτού μαζί", 1998, "Ήχος απομακρύνσεων", 2001, "Χλόη θερμοκηπίου", 2005, "Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως", 2007). Οι επτά πρώτες συλλογές συγκεντρώνονται στην έκδοση "Ποιήματα" (1998, 6η έκδοση 2005). Μέρος του έργου της έχει μεταφραστεί στα Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Ιταλικά και Σουηδικά.
Βραβεία - Διακρίσεις:
- 1972, Β΄ κρατικό Βραβείο Ποίησης, για τη συλλογή: "Το λίγο του κόσμου".
- 1989, Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, για τη συλλογή "Χαίρε ποτέ"
- 1995, Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη (Ακαδημία Αθηνών), για τη συλλογή: "Η εφηβεία της λήθης".
- 2001, Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου της.
- 2002, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Με την ευκαιρία της εκλογής της στην Ακαδημία Αθηνών -η τρίτη γυναίκα στην ιστορία της Ακαδημίας-, η ποιήτρια είπε σε συνέντευξή της στην Όλγα Μπακομάρου ("Ελευθεροτυπία", 16.3.2002): "Έβαλα (υποψηφιότητα), πρώτον βέβαια, για λόγους που δεν ομολογούνται. Και μετά: ίσως για να ικανοποιήσω μια καθυστερημένη φιλομάθεια. Ίσως για να βρω μια ειρηνικότερη και επομένως ασφαλέστερη στέγη για το μετέωρο και ευάλωτο είδος του λόγου που υπηρετώ. Ίσως ακόμα με την ελπίδα ότι αυτό το είδος αποδειχτεί ευρύτερα και σταθερότερα χρήσιμο από όσο ασταθώς χρησιμεύει σε μένα. Ενδεχομένως να νοστάλγησα και την πειθαρχία. Να νοστάλγησα την περικοπή του ελεύθερου χρόνου, που σε μένα τουλάχιστον προσφέρει αρκετήν αταξία. [...]"
Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2010) Η νεοελληνική ερωτική ποίηση, Ελευθεροτυπία
(2010) Πέρασα, Ίκαρος
(2010) Τα εύρετρα, Ίκαρος
(2009) Έρανος σκέψεων για την ανέγερση τίτλου υπέρ της αστέγου αυτής ομιλίας, Ίκαρος
(2009) Ο Παρθενώνας στην ποίηση, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
(2008) 3.000 ελληνική ερωτική ποίηση, Εκδοτική Θεσσαλονίκης
(2007) Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως, Ίκαρος
(2007) Συνάντηση, Ίκαρος
(2007) Σωτήρης Σόρογκας, Καστανιώτη
(2007) Σωτήρης Σόρογκας, Ελληνικά Γράμματα
(2005) Εκτός σχεδίου, Ίκαρος
(2005) Ήχος απομακρύνσεων, Ίκαρος
(2005) Νάνι, τ' άνθι των ανθώ, Ίνδικτος
(2005) Ποιήματα, Ίκαρος
(2005) Χλόη θερμοκηπίου, Ίκαρος
(2003) Ο φιλοπαίγμων μύθος, Ίκαρος
(2001) Βόλος: Μια πόλη στη λογοτεχνία, Μεταίχμιο
(1999) Workshop for Βalkan Αuthors and Τranslators, Εθνικό Κέντρο Βιβλίου
(1998) Ενός λεπτού μαζί, Ίκαρος
(1998) Το τελευταίο σώμα μου, Στιγμή
(1998) Χαίρε ποτέ, Στιγμή
(1997) Το λίγο του κόσμου, Στιγμή
(1996) Έρεβος, Στιγμή
(1996) Ερήμην, Στιγμή
(1994) Επί τα ίχνη, Στιγμή
(1994) Η εφηβεία της λήθης, Στιγμή

Σάββατο 3 Ιουλίου 2010

Διάθλαση

http://farm1.static.flickr.com/81/242172859_28f47a1e26.jpg
"Ο θόρυβος έχει ένα πλεονέκτημα. Δεν μπορεί κανείς ν' ακούσει τις λέξεις".
Από τα νιάτα του δεν έκανε άλλο απ' το να μιλάει, να γράφει, να δίνει μαθήματα, να επινοεί φράσεις, να ψάχνει φόρμουλες, να τις διορθώνει, έτσι που οι λέξεις δεν είχαν πια τίποτα το ακριβές, που το νόημά τους θόλωνε, που έχαναν το περιεχόμενό τους και δεν έμεναν απ' αυτές παρά ψίχουλα, ανεμοσκορπίσματα, σκόνη, άμμος που κυμάτιζε στο κρανίο του, που του έφερνε πονοκέφαλο, που ήταν η αϋπνία του, η αρρώστια του. Και τότε ένιωσε την ανάγκη, συγκεχυμένα και ασυγκράτητα, μιας τεράστιας μουσικής, ενός θορύβου απόλυτου, ενός ωραίου και χαρούμενου σαματά που θ' αγκάλιαζε  θα πλημμύριζε, θα έπνιγε όλα τα πράγματα, όπου για πάντα θα καταποντίζονταν ο πόνος, η ματαιότητα, η κακία των λέξεων. Η μουσική ήταν η άρνηση των φράσεων, ήταν η αντι-λέξη!

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010

Σιωπή


Παλιά φωτογραφία, στην άδεια παραλία, σιωπή
κοιτάζω απ' το μπαλκόνι, το δρόμο που θολώνει, η βροχή.
Λένε πως στη χώρα που ναυάγησες, βασιλεύουν οι μάγισσες
βουλιάζουνε στο βυθό και σε βγάζουνε στον αφρό.
Λένε πως μας άφηνες στα κύματα, φυλαχτά και μηνύματα
τα βρήκανε τα παιδιά και χαθήκανε ξαφνικά.
Η πόλη σαν καράβι, τα φώτα της ανάβει, γιορτή.
Θυμάμαι που γελούσες, να μείνω μου ζητούσες, παιδί.
Λένε πως στη χώρα που ναυάγησες, βασιλεύουν οι μάγισσες
βουλιάζουνε στο βυθό και σε βγάζουνε στον αφρό